ΚΡΑΤΙΚΗ ΠΤΩΧΕΥΣΗ: Οι βασικές αιτίες της χρεοκοπίας ενός κράτους, τα αποτελέσματα της για τους πιστωτές, τον κρατικό μηχανισμό, την οικονομία και τους πολίτες της χώρας, οι διάφοροι μέθοδοι αποφυγής της, οι λανθασμένοι χειρισμοί, ιστορικά παραδείγματα κρατικών πτωχεύσεων και οι δείκτες μέτρησης-αξιολόγησης του κινδύνου της χρεοκοπίας ενός κράτους
Τον τελευταίο καιρό ευρίσκεται κανείς όλο και πιο συχνά «αντιμέτωπος» με μία «πεποίθηση» που κυριαρχεί παντού, σε σχέση με τον κίνδυνο χρεοκοπίας της χώρας μας. Πολλοί υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα έχει ήδη «πτωχεύσει», ενώ αρκετοί κατακρίνουν, θεωρούν ένοχους καλύτερα για την πιθανή «χρεοκοπία», τις κυβερνήσεις μας. Κάποιοι άλλοι, μεταξύ των οποίων και οι κυβερνώντες, ενοχοποιούν την «προδιάθεση» των ελευθέρων επαγγελματιών, καθώς επίσης των μικρομεσαίων κυρίως επιχειρήσεων μας στη φοροδιαφυγή.
Δυστυχώς, ελάχιστοι «ενοχοποιούν» τη συνεχώς διευρυνόμενη επέκταση και τη «στρατηγική» φοροαποφυγή κάποιων ελληνικών και διεθνών πολυεθνικών (για παράδειγμα, στο έτος 2008, σύμφωνα με δημοσίευμα της Ελευθεροτυπίας, η ΕΧΑΕ, ιδιοκτήτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών, με κέρδη 105 εκ. € πλήρωσε φόρο 13 εκ. € - δηλαδή πραγματικός συντελεστής 12,4% αντί 25%, ενώ η ΤΙΤΑΝ, με κέρδη 113,29 εκ. €, πλήρωσε φόρους 7,3 εκ. € - πραγματικός συντελεστής 6,47% κλπ), τη «δυσλειτουργία» της δημόσιας διοίκησης, η οποία κάποτε κυβερνάει αυθαίρετα, «ερήμην» δηλαδή των εκάστοτε πολιτικών, καθώς επίσης τη συνεχή «εκποίηση» των κερδοφόρων, κρατικών ή ιδιωτικών, επιχειρήσεων μας.
Θεωρώντας ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος μίας χρεοκοπίας, ο οποίος είναι βέβαια υπαρκτός για κάθε επιχείρηση και για κάθε κράτος, είναι ακριβώς η ολοκληρωτική επικράτηση αυτής της «πεποίθησης» η οποία, εκτός των άλλων, δυσχεραίνει τα μέγιστα τις κυβερνήσεις (όπως άλλωστε και τις επιχειρήσεις) στη λήψη των απαιτούμενων διορθωτικών, «αντιθετικών» καλύτερα μέτρων και αντιμετωπίζοντας τη χώρα σαν μία «δική μας» υπερμεγέθη επιχείρηση, από τη σωστή λειτουργία της οποίας εξαρτάται απόλυτα το μέλλον όλων μας (δεν πρόκειται ασφαλώς να μεταναστεύσουμε, για να αποφύγουμε τις συνέπειες), θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε σε γενικές γραμμές το θέμα της «πτώχευσης» ενός κράτους.
ΟΙ ΑΙΤΙΕΣ ΤΗ ΧΡΕΟΚΟΠΙΑΣ
Κατ’ αρχήν, η χρεοκοπία ενός κράτους είναι ουσιαστικά η επίσημη εξαγγελία της κυβέρνησης του, με την οποία καθιστά διεθνώς γνωστή την αδυναμία της να πληρώσει τα ληξιπρόθεσμα χρέη της χώρας της (εξ ολοκλήρου, ενός μέρους ή των τόκων τους). Επίσης η «στάση πληρωμών», στην οποία εκ των πραγμάτων υποχρεώνεται (άδεια ταμεία, αδυναμία πρόσθετου δανεισμού), ανεξάρτητα από το εάν έχει προηγηθεί ή όχι κάποια επίσημη ανακοίνωση.
Περαιτέρω, η κυριότερη αιτία της χρεοκοπίας ενός κράτους (όπως και μίας επιχείρησης) είναι αναμφίβολα η υπερχρέωσή του (οι πολεμικές συρράξεις και οι επαναστατικές αλλαγές πολιτεύματος – για παράδειγμα, η μη πληρωμή των χρεών της Γαλλίας των Βουρβόνων από τη γαλλική επανάσταση - είναι άλλοι λόγοι), η οποία μπορεί να προέλθει:
(α) από την κερδοσκοπική επίθεση εναντίον του εθνικού νομίσματος (κίνδυνος που σε μία χώρα της Ευρωζώνης δεν υφίσταται, λόγω του κοινού νομίσματος),
(β) από την αρνητική οικονομική συγκυρία στις χρηματαγορές, η οποία μπορεί να καταστήσει αδύνατο ακόμη και τον «υγιή», τον εγγυημένο δηλαδή δανεισμό της (ένας κίνδυνος υπαρκτός σήμερα – παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση εν εξελίξει - ακόμη και για μία χώρα της Ευρωζώνης αφού, σύμφωνα με τη συνθήκη του Μάαστριχτ, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα απαγορεύεται να αγοράζει ομόλογα των κρατών-μελών της Ευρωζώνης),
(γ) σαν αποτέλεσμα μίας «σειράς ετών» ελλειμματικών προϋπολογισμών, κατά τη διάρκεια των οποίων το κράτος δαπανούσε περισσότερα από όσα εισέπραττε, ενώ χρηματοδοτούσε τα ελλείμματα του με συνεχώς αυξανόμενα δάνεια (ομόλογα) από τους πολίτες, από τις τράπεζες, από επενδυτές και από άλλα κράτη,
(δ) από το συνδυασμό, από την χρονική «συνύπαρξη» δηλαδή των παραπάνω διαφορετικών αιτιών (από την ταυτόχρονη εμφάνιση της δεύτερης και της τρίτης αιτίας, όσον αφορά μία χώρα της Ευρωζώνης).
ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΧΡΕΟΚΟΠΙΑΣ
Η πτώχευση ενός κράτους επιβαρύνει τους πάσης φύσεως πιστωτές του, το ίδιο το κράτος, την Οικονομία του και τους Πολίτες του. Αναλυτικότερα, διακρίνουμε τα εξής:
(α) Όπως είναι φυσικό, οι πιστωτές ενός κράτους χάνουν εξ’ ολοκλήρου ή ένα μέρος αυτών που του έχουν δανείσει, καθώς επίσης τους τόκους των χρημάτων τους. Συχνά βέβαια, στα πλαίσια διεθνών διαπραγματεύσεων, συμφωνείται η πληρωμή ενός ποσοστού των χρεών (για παράδειγμα, στη γνωστή κρίση της Αργεντινής οι πιστωτές έχασαν μέχρι και το 75% των απαιτήσεων τους), η αποπληρωμή των οποίων «ρυθμίζεται» διαφορετικά, συνήθως ανάλογα με το «είδος» των πιστωτών (εσωτερικού, εξωτερικού, ιδιώτες, κράτη κλπ).
(β) Όταν πτωχεύσει ένα κράτος, μηδενίζει (περιορίζει σημαντικά) τις υποχρεώσεις του απέναντι στους πιστωτές του - γεγονός που «ελαφρύνει» τον προϋπολογισμό του, τόσο κατά το ποσόν των τόκων, όσο και των δόσεων επιστροφής των δανείων (χρεολυσίων). Το ίδιο το κράτος «επιβαρύνεται» κυρίως λόγω της απώλειας της εμπιστοσύνης και της αξιοπιστίας του, η οποία έχει σαν αποτέλεσμα τον πιστοληπτικό του «θάνατο». Δηλαδή, το κράτος δεν είναι πλέον σε θέση να δανείζεται από τις χρηματαγορές, πόσο μάλλον με λογικά επιτόκια.
(γ) Τα αποτελέσματα της χρεοκοπίας ενός κράτους στην Οικονομία του είναι καταστροφικά. Αμέσως μετά ακολουθεί
• μία πολύ μεγάλη τραπεζική κρίση (οι τράπεζες είναι συνήθως αυτές που κατέχουν σημαντικό μέρος των ομολόγων δημοσίου, τα οποία υποχρεούνται να «αποσβέσουν»),
• μία εκτεταμένη οικονομική κρίση (η εσωτερική ζήτηση μειώνεται, οι επενδυτές αποσύρουν μαζικά το σύνολο των χρημάτων τους, η παραγωγή συρρικνώνεται, ο πληθωρισμός «καλπάζει», το χρηματιστήριο καταρρέει, η αγορά των ακινήτων επίσης, λόγω απουσίας αγοραστών κλπ) και
• μία νομισματική κρίση (οι ξένοι επενδυτές «αποφεύγουν» για μεγάλο χρονικό διάστημα τη «χρεοκοπημένη» Οικονομία).
(δ) Ή χρεοκοπία ενός κράτους σημαίνει πρακτικά για τους Πολίτες του τη μείωση των αποταμιεύσεων τους, είτε επειδή είναι πιστωτές του κράτους τους, είτε επειδή το νόμισμα υποτιμάται ραγδαία (δεν ισχύει για τις χώρες του Ευρώ), ενώ δεν προλαβαίνουν να κάνουν αναλήψεις από τους τραπεζικούς λογαριασμούς τους. Η έμμεση επιβάρυνση τους όμως από τα καταστροφικά αποτελέσματα στην Οικονομία του κράτους (τράπεζες, επιχειρήσεις κλπ) είναι πολύ πιο επώδυνη, κυρίως λόγω της υψηλής ανεργίας που ακολουθεί, καθώς επίσης της απώλειας όλων σχεδόν των κοινωνικών παροχών (παιδεία, υγεία κλπ) που απολάμβαναν.
ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΠΟΦΥΓΗΣ ΤΗΣ ΧΡΕΟΚΟΠΙΑΣ
Συνεχίζοντας, υπάρχουν αρκετές δυνατότητες για να αποφύγει ένα κράτος την οριστική του χρεοκοπία. Εάν όμως δεν υπάρξει, από αρκετό χρονικό διάστημα πριν το «μοιραίο», η ανάλογη σοβαρότητα, καθώς επίσης η απόλυτη «συναίνεση» των εργαζομένων, των συνδικάτων, των επιχειρήσεων και των πολιτικών κομμάτων του, είναι εξαιρετικά δύσκολο να έχουν θετικό αποτέλεσμα. Σε γενικές γραμμές είναι οι εξής:
(α) Η δραστική μείωση των δημοσίων δαπανών, όπου «ύστατος» στόχος τους είναι ο περιορισμός των κοινωνικών παροχών, ενώ προέχει η ελαχιστοποίηση των διαφόρων ενισχύσεων-επιδοτήσεων (μέτρα στήριξης, φοροελαφρύνσεις κλπ), καθώς επίσης των μισθών και άλλων εξόδων που συνιστούν μεγάλο μέρος της επιβάρυνσης του ετήσιου προϋπολογισμού (οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων θεωρούνται ανελαστικοί - δεν μπορούν να μειωθούν δηλαδή, επειδή προστατεύονται από συλλογικές συμβάσεις, αλλά ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων μπορεί να περιορισθεί σημαντικά).
(β) Η αύξηση των άμεσων και έμμεσων φόρων, καθώς επίσης η επιβολή νέων φόρων σε όλους ανεξαιρέτως τους Πολίτες (επιχειρήσεις) της χώρας (η αυθαίρετη επιλογή κάποιων «πλουσίων» φορολογουμένων και η εσφαλμένη, η «απατηλή» δηλαδή παρουσίαση της έκτακτης φορολόγησης τους σαν «αναδιανεμητικό μέτρο», οδηγεί συνήθως σε αντίθετα αποτελέσματα).
(γ) Ο «τεχνητός» πληθωρισμός, μέσω των χαμηλών επιτοκίων (όπως στις Η.Π.Α. σήμερα και όχι μόνο) και η αύξηση της ποσότητας των χρημάτων στην αγορά, χωρίς αντίστοιχη αύξηση του ΑΕΠ, καθώς επίσης η υποτίμηση (διολίσθηση) του νομίσματος (οι «λύσεις» αυτές δεν μπορούν να εφαρμοσθούν στις χώρες της Ευρωζώνης).
(δ) Η δυσμενέστερη όλων ίσως είναι η επιβολή «καταναγκαστικών μέτρων» εκ μέρους της κυβέρνησης, επί πλέον των συνήθων φορολογικών. Δηλαδή, οι ειδικοί φόροι εις βάρος της ατομικής περιουσίας των Πολιτών, καθώς επίσης των επιχειρήσεων (εδώ αιτιολογούνται οι «απαιτήσεις» των κυβερνήσεων για πλήρη καταγραφή, στις φορολογικές δηλώσεις, όλων των περιουσιακών στοιχείων των φορολογουμένων), οι οποίοι επιβάλλονται «καταναγκαστικά» από το κράτος, χωρίς τη συμφωνία τους και χωρίς να έχουν «προ-αναγγελθεί» στον ετήσιο προϋπολογισμό.
(ε) Η χειρότερη μέθοδος όλων, ο πλέον λανθασμένος κυβερνητικός χειρισμός δηλαδή, είναι κατά την άποψη μας η «φυγή προς τα εμπρός» (front running), με την οποία ουσιαστικά επιδιώκεται η μείωση των δημοσίων χρεών ως ποσοστό επί του ΑΕΠ (όχι σαν απολύτου μεγέθους και ανεξαρτήτως του ύψους των δαπανών), μέσω της αύξησης του ίδιου του ΑΕΠ. Ο κίνδυνος αυτός είναι κατά πολύ πιο αυξημένος, όταν η «δομή» μίας χώρας (διαρθρωτικά προβλήματα, ανελαστικά μεγέθη, διεθνής ανταγωνισμός, μικρές εξαγωγές, μειωμένη παραγωγικότητα, χαμηλή ανταγωνιστικότητα κλπ), υποδηλώνει την αντικειμενική αδυναμία της να αυξήσει ορθολογικά το παραγόμενο ετήσιο προϊόν της.
Τέλος, ουσιαστικά ένα κράτος θεωρείται επίσημα χρεοκοπημένο, μόνο εάν οι Πολίτες του επιδείξουν «ανυπακοή» - εάν «επαναστατήσουν» δηλαδή και εμποδίσουν την εφαρμογή των καταναγκαστικών και λοιπών μέτρων που επιβάλλονται από την κυβέρνηση τους (σε μία χώρα του Ευρώ από την Κομισιόν, μέσω της εθνικής κυβέρνησης).
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΧΡΕΟΚΟΠΙΩΝ
Ιστορικά παραδείγματα κρατικών πτωχεύσεων υπάρχουν πάρα πολλά (από το έτος 1750 και μετά, 64 χώρες έχουν χρεοκοπήσει σε 70 διαφορετικές περιπτώσεις – κάποιες περισσότερο από μία φορά), μεταξύ των οποίων της Γερμανίας (χρεοκόπησε το 1923 και το 1948), της Αυστρίας (1811), της Δανίας (1813), της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1876), της Σοβιετικής Ένωσης (1918, όπου αρνήθηκε να αποπληρώσει τα χρέη της τσαρικής Ρωσίας), της Ισπανίας (1557, 1575 και 1596), της Ρωσίας (1998), της Αργεντινής (2002), της Ισλανδίας (2007) κ.α.
Ειδικά όσον αφορά την Ισλανδία, στα πλαίσια της παρούσας χρηματοπιστωτικής κρίσης κρατικοποιήθηκαν οι τρείς μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας, οι οποίες είχαν συνολικές υποχρεώσεις ίσες με το 900% τους ισλανδικού ΑΕΠ. Στις 16 Οκτωβρίου του 2008 όμως, η κυβέρνηση της χώρας δήλωσε ότι δεν μπορούσε να εξοφλήσει ένα ληξιπρόθεσμο ομόλογο μίας από αυτές (Glitnir Bank), ύψους 750 εκ. $ - γεγονός που σήμαινε ταυτόχρονα αδυναμία πληρωμών εκ μέρους της Ισλανδίας. Εν τούτοις, η χώρα δεν χρεοκόπησε «τυπικά», επειδή το ομόλογο δεν είχε εκδοθεί από την ίδια, αλλά από την τράπεζα που αναγκάσθηκε να κρατικοποιήσει για να μη χαθεί η αξιοπιστία στο τραπεζικό της σύστημα (μαζικές αναλήψεις, καταγγελία δανείων κλπ).
ΔΕΙΚΤΕΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΧΡΕΟΚΟΠΙΑΣ
Υπάρχουν αρκετοί, διαφορετικοί δείκτες μέτρησης του κινδύνου της χρεοκοπίας μίας χώρας, οι οποίοι «χρησιμοποιούνται» τόσο από την ίδια «προληπτικά», όσο και από τις διεθνείς εταιρείες αξιολόγησης (για τον καθορισμό της πιστοληπτικής ικανότητας της, με βάση την οποία υπολογίζονται, μεταξύ άλλων, τα επιτόκια των ομολόγων του δημοσίου).
(α) Ένας σημαντικός δείκτης του κινδύνου χρεοκοπίας μιας χώρας, είναι η καθαρή θέση της – η αξία δηλαδή των περιουσιακών στοιχείων της που απομένει, εάν αφαιρέσουμε τις υποχρεώσεις της (η «μέτρηση» της καθαρής θέσης στη Γερμανία είναι υποχρεωτική από το Σύνταγμα της – στην Αυστρία μετρείται τακτικά, ενώ μόνο στην Ελβετία υπάρχει ένα ειδικό «φρένο δανεισμού», το οποίο εμποδίζει την υπερχρέωση της χώρας).
(β) Ένας δεύτερος δείκτης είναι η πορεία (διαχρονικά) και το ύψος των επιτοκίων που πληρώνει μία χώρα για τα δάνεια που λαμβάνει. Όταν δεν ξεπερνούν πολύ το επιτόκιο μίας ισχυρής Οικονομίας (στην Ε.Ε. η Γερμανία με 3%), θεωρείται ότι δεν «υποδηλώνουν» κίνδυνο χρεοκοπίας (η Αργεντινή πλήρωνε, λίγο πριν πτωχεύσει, 40 ποσοστιαίες «μονάδες βάσης» - δηλαδή πάνω από 40% ).
(γ) Επόμενος βασικός δείκτης είναι το ποσοστό των δημοσίων χρεών μίας χώρας, σε σχέση με το ΑΕΠ της αφού, όσο μεγαλύτερο εμφανίζεται, τόσο πιο πιθανή είναι η χρεοκοπία της (το 125% που υπολογίζεται για τη χώρα μας το 2010, είναι πολύ πάνω από το όριο ασφαλείας – 60%). Επίσης, το ποσοστό του εξωτερικού χρέους της σε σχέση με το ΑΕΠ (στη Μ. Βρετανία υπερβαίνει το 400%!).
(δ) Άλλοι δείκτες είναι η ρευστότητα, το ισοζύγιο πληρωμών, η ευκολία διάθεσης των δημοσίων ομολόγων, το έλλειμμα του προϋπολογισμού σε σχέση με το ΑΕΠ (η Ε.Ε. επιβάλλει το «σεβασμό» ενός ανώτατου ορίου 3%), οι εξαγωγές σε σχέση με το ΑΕΠ (υποδηλώνουν την ανταγωνιστικότητα μίας Οικονομίας), το ποσοστό των καταναλωτικών δαπανών που συμβάλλουν στο ΑΕΠ (στις Η.Π.Α. υπερβαίνει τα 75%, ενώ στη Γερμανία είναι αρκετά χαμηλότερο από το 50%), οι συνολικές αποταμιεύσεις των Πολιτών, τα χρέη των ιδιωτών, καθώς επίσης τα διαρθρωτικά και λοιπά προβλήματα της Οικονομίας (διαφθορά, γραφειοκρατία, απαρχαιωμένες δομές, μη ευέλικτη αγορά εργασίας κ.α.).
(ε) Επί πλέον σημαντικοί δείκτες είναι ο δανεισμός των επιχειρήσεων (εξαιρετικά επικίνδυνος στην Ελλάδα, όπου οι μεταχρονολογημένες επιταγές πλησιάζουν το 150% του ΑΕΠ, όταν σε άλλες χώρες δεν υφίσταται καν αυτός ο όρος), η χρηματιστηριακή αξία (κεφαλαιοποίηση) όλων των εισηγμένων επιχειρήσεων της χώρας (είναι θετικό να ξεπερνούν το δημόσιο χρέος της – στην Ελλάδα υπολογίζεται σήμερα γύρω στα 92,5 δις €, έναντι δημοσίου χρέους 300 δις €) και η έκθεση των εγχώριων τραπεζών σε πιστωτικούς κινδύνους - η Αυστρία θεωρείται «ύποπτη» χρεοκοπίας, επειδή οι τράπεζες της έχουν δανείσει στα κράτη της Α. Ευρώπης ποσό που υπερβαίνει το 100% του ΑΕΠ της χώρας (άλλες «ύποπτες» χώρες, εκτός της Ανατολικής Ευρώπης και εκτός αυτών που έχουμε ήδη αναφέρει – Ιταλία, Μ. Βρετανία - είναι η Ιρλανδία και η Ισπανία).
Αθήνα, 20. Νοεμβρίου 2009
Βασίλης Βιλιάρδος
viliardos@kbanalysis.com
Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ ΜΑΣ
• ΒΗΜΑΤΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ: Η ιδιαιτερότητα της Ελλάδας, η ανάγκη απεξάρτησης της από τις διεθνείς χρηματαγορές, ο διαχωρισμός των τεσσάρων εξουσιών, η εξαγώγιμη δημοκρατία και η επίτευξη πλεονασμάτων 25/10/200
• ΣΕ ΠΟΡΕΙΑ ΔΙΟΡΘΩΣΗΣ (Μέρος Β): Ο υπερβολικός δανεισμός, τα μικροοικονομικά μας λάθη, οι μακροοικονομικές αιτίες της κρίσης, η πολυπλοκότητα του καπιταλισμού, οι επόμενες προκλήσεις και η ευρωπαϊκή λύση - updated 26 Σεπτεμβρίου 12/9/2009
• Πολιτική και Οικονομία: Πως θα μπορούσε να γίνει η Ελλάδα η ωραιότερη, η πλουσιότερη και η πιο πολιτισμένη χώρα της Ευρώπης; 30/5/200
Πέμπτη, 01 Απριλίου 2010
Η ελεγχόμενη πτώχευση της χώρας δεν είναι μονόδρομος
Δημήτρης Καζάκης
1/4/2010 Εφημερίδα "Ποντίκι"
Η σύνοδος κορυφής της 25ης Μαρτίου αποτελεί πράγματι ορόσημο. Μ’ αυτήν οι ηγέτες της ευρωζώνης σύστησαν επίσημα την Ελλάδα στο ΔΝΤ. Το ευρώ, δίπλα στις τόσες και τόσες ευεργεσίες που έχει προσφέρει σ’ αυτή τη χώρα και ιδίως στον εργαζόμενο λαό της, έρχεται τώρα να του προσφέρει επίσης μια ακόμη μοναδική ευκαιρία, να δοκιμάσει στο πετσί του και τις «θεραπείες σοκ» του ΔΝΤ. «Ελπίζουμε ότι αυτό θα καθησυχάσει όλους τους κατόχους των Ελληνικών ομολόγων ότι η ευρωζώνη δεν θα αφήσει την Ελλάδα να αποτύχει», όπως είπε ο Χέρμαν Βαν Ρομπέι αμέσως μετά τη Σύνοδο. Άλλωστε γι’ αυτούς δουλεύουν όλοι.
Η χώρα βαδίζει όπως έχει προκαθοριστεί από τις αγορές και τους κερδοσκόπους: από το κακό στο χειρότερο. Κάθε επιδείνωση της κατάστασης αποφέρει κέρδη δις ευρώ σε διεθνείς θεσμικούς και μη επενδυτές. Κι αυτό γιατί δεν έχουν επενδύσει στην μια και έξω χρεοκοπία της χώρας, αλλά στον αργό θάνατό της. Όσο περισσότερο κρατήσει η επιθανάτια αγωνία, τόσο περισσότερο κερδίζουν από τα αυξημένα spread-επιτόκια, από τις επισφάλειες των ελληνικών ομολόγων, από τα κάθε είδους παράγωγα χρέους, από τα πιθανά swap και τις συμφωνίες πάνω και κάτω από το τραπέζι προκειμένου η χώρα να συνεχίσει να δανείζεται για να συνεχίσει απρόσκοπτα την εξυπηρέτηση των χρεών της. Το ιδεώδες για τις αγορές θα ήταν να συνεχιστεί στο διηνεκές αυτή η κατάσταση. Αυτό θέλουν να εγγυηθεί η κηδεμονία της χώρας από το ΕΕ και το ΔΝΤ. Επιζητούν δηλαδή μια ελεγχόμενη πτώχευση σαν αυτή που επέβαλε το ΔΝΤ στην Ουραγουάη το 2003, η οποία την μετέτρεψε σε μια από τις φτωχότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής, χωρίς να την γλυτώσει από το χρέος της.
Αυτός είναι ο μονόδρομος που υπηρετεί η κυβέρνηση. Είναι η χώρα υποχρεωμένη να τον ακολουθήσει; «Η πρώτη διαταγή των νόμων των είναι, να νομίζουν τους λόγους του τυράννου ως νόμους απαραβάτους», έγραφε για τα καθεστώτα της τυραννίας ο Ανώνυμος Έλληνας στην Ελληνική Νομαρχία.
Ωστόσο, μονόδρομοι δεν υπάρχουν, όπως δεν υπάρχουν και «νόμοι απαράβατοι». Ιδίως όταν η αναζήτηση μιας εναλλακτικής προοπτικής αποτελεί ζήτημα ζωής ή θανάτου για τη χώρα και το λαό της.
Το πρώτο βήμα μιας διαφορετικής πολιτικής θα ήταν να ανατραπεί το καθεστώς κηδεμονίας από την ΕΕ και το ΔΝΤ, που έχει σαν βασικό στόχο τη διαιώνιση της υπερχρέωσης προς όφελος των διεθνών κερδοσκόπων και δανειστών. Δεν υπάρχει ούτε ένα παράδειγμα χώρας που να υποβλήθηκε σε καθεστώς κηδεμονίας για τα χρέη της και να βγήκε αλώβητη ή και ακέραια. Όποιος ενδιαφέρεται ας δει την ιστορία των χωρών της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής, ιδίως της υποσαχάριας, όπου έδρασε για δεκαετίες το ΔΝΤ. Όπου επιβλήθηκε καθεστώς κηδεμονίας άφησε πίσω του ερείπια.
Δεύτερο, να προχωρήσει το ελληνικό κράτος σε άμεση παύση πληρωμών, ώστε να διασωθούν οι τεράστιοι πόροι που σήμερα πηγαίνουν σε πληρωμές δανείων. Η παύση πληρωμών δεν ισοδυναμεί με κήρυξη πτώχευσης, όπως κηρύττει σκόπιμα η επίσημη προπαγάνδα. Η πτώχευση μπορεί να σημάνει μια προσωρινή στάση πληρωμών, αλλά θέτει τη χώρα και το λαό της στη διάθεση και στο έλεος των δανειστών της. Πτώχευση σημαίνει ότι μια χώρα δεν μπορεί να πληρώσει τους δανειστές της σε ρευστό και επιτρέπει να πληρωθούν σε είδος, κατάσχοντας και δημεύοντας τα περιουσιακά της στοιχεία. Αντίθετα, μια χώρα προχωρά σε μονομερή παύση πληρωμών ακριβώς επειδή δεν θέλει να της επιβληθεί ή να αναγκαστεί από την αγορά να κηρύξει πτώχευση. Η μονομερής παύση πληρωμών θέτει σε πρώτη προτεραιότητα την ανάγκη να σταθεί η χώρα και ο λαός της στα πόδια τους, χωρίς τον φόρο αίματος στους δανειστές.
Για παράδειγμα στην περίπτωση της επίσημης πτώχευσης του ελληνικού κράτους το 1932 υπήρξε πράγματι προσωρινή παύση πληρωμών, αλλά η χώρα δεν γλύτωσε ούτε από τα χρέη της, ούτε από τους δανειστές της. Ακόμη και σήμερα συνεχίζει το ελληνικό κράτος να πληρώνει το διακυβερνητικό δάνειο με τις ΗΠΑ που συνάφθηκε το 1929! Κι ας έχει μεσολαβήσει επίσημο χρεωστάσιο της χώρας.
Στη διεθνή πρακτική έχουμε πολλές χώρες που κατά καιρούς αρνήθηκαν να πληρώσουν τους δανειστές τους, χωρίς να κηρύξουν πτώχευση. Μάλιστα στο διεθνές δίκαιο υπάρχει πρόβλεψη για την μονομερή άρνηση μιας χώρας να πληρώσει τα χρέη της, όταν συντρέχουν τρεις λόγοι: (α) Ο δανεισμός έγινε με ανήθικο και παράνομο τρόπο. (β) Τα δάνεια δεν χρησιμοποιήθηκαν προς το συμφέρον του λαού και της χώρας. (γ) Οι δανειστές γνώριζαν πολύ καλά ποιους δάνειζαν και για ποιο σκοπό. Στη βάση αυτής της ρήτρας του διεθνούς δικαίου, που αποκαλείται odious debt ή απεχθές χρέος, αρνήθηκαν πολλές από τις νεοαπελευθερωμένες χώρες να πληρώσουν τα χρέη της αποικιοκρατίας, των δικτατορικών και βασιλικών καθεστώτων που ανατράπηκαν, αλλά και των διεφθαρμένων κυβερνήσεων.
Τελευταίο παράδειγμα είναι το Εκουαδόρ, το οποίο τον Δεκέμβρη του 2008 ανακοίνωσε πλήρη παύση πληρωμών, χωρίς να κηρύξει πτώχευση. Ο πρόεδρος της χώρας Κορέα, αφού συγκρότησε μια διακομματική επιτροπή υπό τον γενικό εισαγγελέα της χώρας που εξέτασε το σύνολο των συμβάσεων δανεισμού της χώρας, ανακοίνωσε ότι το Εκουαδόρ δεν δεσμεύεται να πληρώσει ένα «ανήθικο και παράνομο» χρέος, που υπήρξε προϊόν ρεμούλας και κερδοσκοπίας σε βάρος του λαού του. Απευθύνθηκε επίσης στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, η οποία στάθηκε στο πλευρό της χώρας, αναγνωρίζοντας το δικαίωμά της να μην πληρώσει χρέη που δημιούργησαν οι προηγούμενες διεφθαρμένες κυβερνήσεις και έτσι δεν κουνήθηκε φύλλο εναντίον του Εκουαδόρ. Και μιλάμε για μια χώρα με πληθυσμό περί τα 13,6 εκατ. κατοίκους και με ΑΕΠ (2008) λίγο πάνω από το 16% του αντίστοιχου ΑΕΠ της Ελλάδας!
Για να προχωρήσει μια χώρα σε μονομερή παύση πληρωμών απαιτείται πρώτα και κύρια πολιτική βούληση. Απαιτείται υπεύθυνη κυβέρνηση που να προτάσσει πάνω απ’ όλα το καλό της χώρας και του λαού της. Φανταστείτε μόνο μια κυβέρνηση που αντί να αναζητά την «αποκατάσταση της αξιοπιστίας στις αγορές», βγαίνει και ζητά την συμπαράσταση, την μαχητική στήριξη του λαού για να προχωρήσει σε μονομερή παύση πληρωμών, ώστε να μην επιβάλει τα μέτρα λιτότητας και ασφυξίας που απαιτούν οι δανειστές και τα όργανά τους.
Φυσικά μια τέτοια κυβέρνηση θα προχωρούσε αμέσως στη δημιουργία μιας διακομματικής επιτροπής σε ισότιμη βάση, έστω υπό τον πρόεδρο της δημοκρατίας, η οποία θα είχε απεριόριστη δυνατότητα διερεύνησης όλων των συμβάσεων δανεισμού τουλάχιστον από την μεταπολίτευση έως σήμερα. Υπάρχει έστω κι ένας που πιστεύει ότι οι συμβάσεις αυτές δεν κρύβουν ρεμούλες και ατασθαλίες άνευ προηγουμένου; Μόνο οι συμβάσεις swap που αποκαλύφτηκαν πρόσφατα με την Goldman Sachs και άλλες 15 τράπεζες αποτελούν σκάνδαλα πρώτου μεγέθους, που μπροστά τους ωχριά το σκάνδαλο Siemens. Ταυτόχρονα θα έφερνε στη Βουλή νόμο, ο οποίος θα καταργούσε με αναδρομική ισχύ κάθε ασυλία για όλα τα πολιτικά πρόσωπα που διαχειρίστηκαν δημόσιο χρήμα με ποινή τη δήμευση της περιουσίας τους και φυλάκιση.
Όλα αυτά δεν θα ικανοποιούσαν μόνο το κοινό περί δικαίου αίσθημα, κάτι εντελώς απαραίτητο για μια πολιτική που θέλει να στηριχθεί στον ίδιο το λαό, αλλά θα στοιχειοθετούσαν και το έννομο δικαίωμα της χώρας έναντι της «διεθνούς κοινότητας» να μην πληρώσει τα χρέη που αποτελούν προϊόν ρεμούλας και κερδοσκοπίας.
Φυσικά η παύση πληρωμών είναι μόνο το πρώτο βήμα. Είναι ένα αμυντικό μέτρο για να διασωθούν οι τεράστιοι πόροι που πηγαίνουν στην αποπληρωμή των χρεών. Το πρόβλημα που προκύπτει αμέσως με την παύση πληρωμών είναι διπλό: Αφενός, τι πρέπει να γίνει για να θωρακιστεί η χώρα απέναντι τους εκβιασμούς και τις πιέσεις των αγορών, που είναι φυσικό να ενταθούν μπροστά στο ενδεχόμενο της παύσης πληρωμών. Αφετέρου, πώς πρέπει να αξιοποιηθούν οι πόροι που διεσώθησαν, αλλά και οι πόροι που διαθέτει συνολικά η ελληνική οικονομία και κοινωνία, έτσι ώστε να ορθοποδήσει η χώρα και ο λαός της και να μπει σε μια νέα τροχιά ορθολογικής ανάπτυξης προς όφελος των εργαζομένων και του τόπου.
Ως προς το πρώτο ζήτημα, η επίσημη προπαγάνδα ασκεί συστηματική τρομοκρατία, που πίσω της κρύβεται η απόλυτη ένδεια επιχειρημάτων. Επίσης, η διατεταγμένη δημοσιογραφία έχει φιμώσει κάθε άποψη που υποστηρίζει την παύση πληρωμών. Ενώ δυστυχώς και η επίσημη αριστερά δεν τολμά ούτε καν να θέσει το ζήτημα.
Η ελεγχόμενη «ενημέρωση» γνωρίζει πολύ καλά ότι οι πιέσεις και οι εκβιασμοί των αγορών μπορούν να πιάσουν μόνο όταν έχεις ένα πολιτικό σύστημα εντελώς σαθρό, υποτελές, διεφθαρμένο και επιρρεπές στο δοσιλογισμό. Όπου υπήρξαν κυβερνήσεις που τόλμησαν να υπερασπιστούν τις χώρες τους, ακόμη και σε συνθήκες εξαιρετικά δύσκολες γι’ αυτές, οι αγορές και τα διεθνή όργανά τους ελάχιστα μπόρεσαν να κάνουν.
Για παράδειγμα η Αργεντινή, η οποία χρεωκόπησε επίσημα το 2001 μετά από μια δεκαετία κατά την οποία οι διεθνείς αγορές και τα όργανά τους την αποκαλούσαν «οικονομικό θαύμα». Αφού ανατράπηκε και εκδιώχθηκε κακήν κακώς ο πρόεδρος του «οικονομικού θαύματος» Κάρλος Μένεμ, ένα είδος δικού μας Σημίτη, ο οποίος οδήγησε τη χώρα στην υπερχρέωση και την καταστροφή, ήρθε ο Φερνάντο ντε λα Ρούα, κάτι σαν τον δικό μας Καραμανλή τζούνιορ, ο οποίος προσπάθησε να συνεχίσει την ίδια πολιτική. Έφτασε τη χώρα στο χείλος της χρεωκοπίας και ο λαός τον ανέτρεψε. Στη θέση του ήρθε ο κεντροαριστερός Εδουάρδο Ντουάμπλε, κάτι σαν τον δικό μας Γιώργο Παπανδρέου.
Ο Ντουάμπλε, αφού κατήγγειλε την προηγούμενη διεφθαρμένη διακυβέρνηση και δήλωσε ότι κινδυνεύει η εθνική κυριαρχία της χώρας του από τους διεθνείς δανειστές και κερδοσκόπους, κατέληξε ότι δεν υπάρχει κανένας άλλος δρόμος εκτός από την υπαγωγή της χώρας του στην κηδεμονία του ΔΝΤ. Μέσα σε λίγους μήνες η ανεργία έφτασε στα ύψη (πάνω από το 25%), η πείνα και η φτώχεια θέριζε, ενώ ακόμη και το ποσοστό θνησιμότητας του πληθυσμού αυξήθηκε. Για όλα αυτά ο Ντουάμπλε ήξερε μόνο να λέει: «Δεν θα ήμουν ειλικρινής αν σας έλεγα ότι είμαι ευτυχής με τον τρόπο που το ΔΝΤ μας έχει μεταχειριστεί.». Πονούσε κι αυτός για τα βάσανα του λαού του, όπως πονά και ο Γιώργος Παπανδρέου.
Ωστόσο, ο λαός της Αργεντινής δεν εκτίμησε καθόλου τα αισθήματά του και τον έριξε. Στην θέση του εκλέχτηκε ο Κιτσνέρ, ο οποίος το πρώτο πράγμα που έκανε, σεβόμενος τη θέληση του λαού και το συμφέρον της χώρας του, ήταν να ξαποστείλει το ΔΝΤ και τις θεραπείες του. Ακολούθησε πολιτική διαγραφής των χρεών της χώρας και προχώρησε σε εθνικοποιήσεις σημαντικών τομέων της οικονομίας προκειμένου να ξαναρχίσει η ανάπτυξη της χώρας. Οι αγορές τιμώρησαν την Αργεντινή βαθμολογώντας την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας με το χειρότερο βαθμό. Παρ’ όλα αυτά η Αργεντινή στάθηκε στα πόδια της με τη δύναμη του λαού της, παρά και ενάντια στο ΔΝΤ, τις αγορές και τις θεραπείες τους. Χρειάστηκε απλά ένας Κιτσνέρ να ενωθεί με το λαό και να προτάξει το συμφέρον της χώρας του, για να γλυτώσει η χώρα τα χειρότερα. Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι η Αργεντινή έχει λύσει τα προβλήματά της, ή ότι έχει ξεπεράσει ολοκληρωτικά τη χρεωκοπία της. Σημαίνουν απλά ότι η χρεωκοπημένη Αργεντινή και ο λαός της σήμερα είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση από όλες τις άλλες χώρες που δέχτηκαν την κηδεμονία του ΔΝΤ, ενώ βρίσκεται σε καλύτερη θέση και από την Ελλάδα του «ισχυρού ευρώ».
Τι θα γίνει όμως αν αντιδρώντας στην παύση πληρωμών φύγουν όλα τα κεφάλαια; Τι θα γίνει αν οι τράπεζες αρχίζουν να εκβιάζουν; Τι θα γίνει αν η ΕΚΤ προκειμένου να προστατεύσει τις τράπεζες που κατέχουν τα πακέτα των ελληνικών ομολόγων, αρχίσει να πιέζει μέσα από τον περιορισμό της ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας, μιας και είναι η μόνη που ελέγχει την ποσότητα έκδοσης του ευρώ; Τα ερωτήματα αυτά είναι απολύτως βάσιμα. Γι’ αυτό και η παύση πληρωμών δεν έχει ουσιαστικά κανένα πρακτικό νόημα, αν δεν συνοδευτεί με ένα πακέτο άμεσων μέτρων θωράκισης της οικονομίας και της χώρας από τυχόν εκβιασμούς και πιέσεις. Αυτά τα μέτρα πρέπει να είναι τα εξής:
Πρώτο, η άμεση επιβολή ελέγχου στην κίνηση κεφαλαίου ώστε να σταματήσει η φυγή του στο εξωτερικό. Αυτό μπορεί να γίνει π.χ. επιβάλλοντας έναν αποτρεπτικό φόρο της τάξης του 80-90% για κάθε ευρώ που πηγαίνει σε καταθέσεις, μετοχές, ομόλογα, παράγωγα, κλπ., του εξωτερικού. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι τα ιδιωτικά κεφάλαια που έχουν επωφεληθεί από το κοινό νόμισμα και την ελευθερία κίνησης και βρίσκονται ήδη στο εξωτερικό ανέρχονταν στα τέλη του 2009 σε πάνω από 160 δις ευρώ. Αυτό πρέπει έτσι ή αλλιώς να σταματήσει γιατί αποτελεί τρομακτική πληγή για την ελληνική οικονομία.
Δεύτερο, η εθνικοποίηση των βασικών τραπεζών της χώρας, ώστε να χτυπηθεί αποφασιστικά το κύκλωμα χρηματοπιστωτικής αγυρτείας και τοκογλυφίας που πνίγει τη χώρα. Να λυτρωθούν νοικοκυριά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις από την σαράφικη πρακτική των τραπεζών. Να διαγραφεί το μεγαλύτερο μέρος των χρεωγράφων που βρίσκονται στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών με αποτέλεσμα να έχουν εκτινάξει την αξία του τραπεζικού ενεργητικού σε σχεδόν 2 φορές το ΑΕΠ της χώρας.
Τρίτο, η έξοδος της χώρας από το ευρώ και την ΟΝΕ. Κι αυτό γιατί το ευρώ είναι το μόνο αποτελεσματικό μέσο εκβιασμού και πίεσης της χώρας. Εκτός ευρώ όλες οι απειλές είναι μόνο λόγια. Κι όχι μόνο αυτό. Όσο η χώρα βρίσκεται μέσα στην ΟΝΕ είναι εκτεθειμένη στις επιδρομές της διεθνούς κερδοσκοπίας και λειτουργεί ως αναλώσιμο είδος για τα διευθυντήρια της Ευρωζώνης.
Φυσικά, η αποχώρηση της Ελλάδας από την ευρωζώνη σήμερα, θα πυροδοτήσει τέτοια κρίση στο ίδιο το ευρώ, θα πυροδοτήσει τέτοιες λαϊκές αντιδράσεις εναντίον του και στις άλλες χώρες της ευρωζώνης, που είναι πολύ πιθανό να δούμε την έκλειψή του. Αυτό φοβούνται και τα διευθυντήρια της ευρωζώνης.
Το μόνο που μπορεί να κάνουν οι αγορές απέναντι σε μια αποφασισμένη χώρα και έναν ακόμη πιο αποφασισμένο λαό, είναι να μηδενίσουν την πιστοληπτική του ικανότητα. Κι έτσι να μην μπορεί η χώρα να αντλήσει κεφάλαια από τις διεθνείς αγορές ομολόγων. Όμως αυτό δεν αποτελεί ουσιαστικό πρόβλημα. Κι αυτό γιατί η συμμετοχή των κρατικών ελλειμμάτων στο δημόσιο δανεισμό κινείται λίγο πάνω από το 3%. Αυτό σημαίνει ότι, αν απαλλαγεί η χώρα από την εξυπηρέτηση των δανείων, οι πραγματικές δανειακές ανάγκες, ακόμη και με τα σημερινά δεδομένα, είναι ασήμαντες.
Θα πρέπει όμως και η παύση πληρωμών να συνοδευθεί από μια ριζικά διαφορετική αναπτυξιακή πορεία, η οποία δεν θα στηρίζεται σε κερδοσκόπους επενδυτές, σε κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες και μονοπώλια, αλλά στις άμεσες ανάγκες και το εισόδημα του εργαζόμενου. Μόνο έτσι μπορεί να ορθοποδήσει η οικονομία, να ανασυγκροτηθεί σε παραγωγική βάση η εγχώρια αγορά και να οικοδομηθεί ένα ριζικά διαφορετικό κράτος από το σημερινό. Μόνο έτσι δεν θα χρειάζεται το δημόσιο να καταφύγει ξανά στη διεθνή κερδοσκοπία για δανεισμό.
Φυσικά τίποτε από όλα αυτά δεν έχει νόημα δίχως την κατάκτηση και την κατοχύρωση της δημοκρατίας στη χώρα. Κι αυτό σημαίνει την ανατροπή του υπάρχοντος διάτρητου και απόλυτα διεφθαρμένου συστήματος καλπονοθευτικής αναπαραγωγής ενός περιορισμένου και τυπικού κοινοβουλευτισμού που στηρίζει την απολυταρχία της εκάστοτε κυβέρνησης και των πατρώνων της. Σημαίνει δηλαδή την εγκαθίδρυση της αληθινής κυριαρχίας του λαού, της λαοκρατίας, με την κατοχύρωση και τον σεβασμό της εθνικής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας.
ΟΠΛΟ ΥΣΤΑΤΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ, Η ΣΤΑΣΗ ΠΛΗΡΩΜΩΝ
Γιάννης Δραγασάκης
08:18 - Τρί 02/03/2010, Βασίλης Κωστούλας
[ - ] Μέγεθος [ + ]
«Να εξαντληθούν πρώτα όλα τα περιθώρια», προκειμένου η Ελλάδα «να συντονιστεί με άλλες χώρες» που αντιμετωπίζουν ανάλογα οικονομικά προβλήματα, ζητά ο οικονομολόγος, πρώην βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Γιάννης Δραγασάκης, προτού υιοθετηθούν επιλογές όπως η στάση πληρωμής του δημόσιου χρέους.
Κληθείς να σχολιάσει τη σχετική πρόταση του καθηγητή Ιστορίας, Σπύρου Μαρκέτου, ο κ. Δραγασάκης αντιπροτείνει «μια μερική σεισάχθεια, μία απορρόφηση μέρους των χρεών από τις κεντρικές τράπεζες και τελικά τη διαγραφή τους».
Ο ίδιος αξιώνει, ως αυτονόητο δικαίωμα της χώρας από τη συμμετοχή της στην Ευρωζώνη, τη δημιουργία ενός κοινού μηχανισμού δανεισμού, όπως η έκδοση ευρωομολόγου. Παράλληλα, προσπερνά τις «φωνές» που ζητούν την προσωρινή έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, ή τη χρήση διπλού νομίσματος.
«Ζήσαμε ένα βρώμικο 2009», δηλώνει χαρακτηριστικά, αναφερόμενος στο υπόβαθρο της ελληνικής οικονομικής κρίσης, και τονίζει ότι η κοινωνία οφείλει να ανοίξει επί της ουσίας τη συζήτηση για την αλλαγή του υφιστάμενου αναπτυξιακού μοντέλου.
Ακολουθεί η συνέντευξη του κ. Γιάννη Δραγασάκη στο TV Χωρίς Σύνορα:
Πώς κρίνετε την πρόταση του κ. Σπ.Μαρκέτου, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα οφείλει να κηρύξει τη στάση πληρωμής του χρέους, με στόχο την επαναδιαπραγμάτευσή του και με βασικό κίνητρο την αποφυγή περαιτέρω περικοπής των κοινωνικών δαπανών;
Η στάση πληρωμών είναι ένα όπλο ύστατης ανάγκης και επομένως, από τη μια μεριά, δεν μπορεί κανείς να το αποκλείσει αν δεν υπάρχει άλλη δυνατότητα. Aπό την άλλη, βεβαίως, ακριβώς επειδή είναι όπλο και μάλιστα ύστατης ανάγκης, έχει μεγάλη σημασία ποιος το κρατά και προς τα που στρέφεται, δηλαδή για ποιο σκοπό χρησιμοποιείται. Προς το παρόν, προσωπικά θα έβλεπα στην παρούσα φάση, διατηρώντας για το μέλλον όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά, μια επιμονή -ει δυνατόν και συντονισμένη με άλλες χώρες που έχουν το ίδιο πρόβλημα- προς την κατεύθυνση ότι από τη στιγμή που έχουμε κοινό νόμισμα δικαιούμαστε να απαιτούμε ένα κοινό μηχανισμό δανεισμού, ένα κοινό ταμείο αλληλεγγύης στην ΕΕ, στην Ευρωζώνη ειδικότερα. Όπως έχουν αναγνωρίσει και έγκυροι, ας το πω έτσι, οικονομολόγοι, νομπελίστες όπως ο Στίγκλιτς, ακόμη και οι ιδρυτές της Ευρωζώνης (αναφέρομαι στον Ντελόρ) αλλά και γενικά, ξεκινώντας αυτές τις συζητήσεις και σε ευρύτερες δυνάμεις, υπέθεταν ότι θα υπάρχει μια δυνατότητα έκδοσης ευρωομολόγου ή άλλου μηχανισμού κοινού δανεισμού. Δεν πρέπει να φύγουμε από αυτό το πεδίο, παρά μόνο αν πρέπει να φύγουμε.
Τι θα σήμαινε πρακτικά η στάση πληρωμής του χρέους;
Ο κ. Μαρκέτος έχει μελετήσει -υποθέτω- την εμπειρία του 1929, η οποία πρέπει να πω ιστορικά, από οικονομική άποψη, έχει καταγραφεί ως θετική εμπειρία. Και τότε ήμαστε προσδεδεμένοι, όχι σε νόμισμα αλλά στο λεγόμενο κανόνα χρυσού. Και τότε δεν μπορούσε η Ελλάδα να δανειστεί, άρα κήρυξε στάση πληρωμών, σταμάτησε δηλαδή να εξυπηρετεί τα δάνειά της. Άρα τους πόρους που θα έδινε για τόκους τους κράτησε για να ικανοποιήσει δικές της ανάγκες. Παράλληλα, υποτίμησε τη δραχμή και έλαβε περιοριστικά μέτρα. Αυτό το πλαίσιο βοήθησε σε μια ισχυρή ανάπτυξη της οικονομίας εκείνη την περίοδο. Τότε είχαμε, όμως, και την αποσάθρωση του συνασπισμού των δανειστών λόγω της παγκόσμιας κρίσης και του προστατευτισμού που είχε επικρατήσει. Έτσι, οι οφειλέτες απέκτησαν ένα πλεονέκτημα.
Στη σημερινή συγκυρία, πρέπει να δούμε πώς διαμορφώνονται οι συνθήκες, και επειδή το θέμα της στάσης πληρωμών το αντιμετωπίζω ως ένα θεωρητικό ενδεχόμενο που θα ευχόμουν να μην συμβεί, θα έλεγα ότι ακόμη και αν χρειαζόταν να γίνει, θα έπρεπε να γίνει εντός της Ευρωζώνης (πρέπει το πρόβλημά μας να γίνει πρόβλημά τους) και δεύτερον να εξαντληθούν όλα τα περιθώρια προκειμένου να γίνει και με άλλες χώρες. Αν αυτή τη στιγμή εμφανίζονταν 3 χώρες και έλεγαν στην κ. Μέρκελ: εμείς δεν αντέχουμε την πολιτική που έχετε επιβάλει εσείς σε ολόκληρη την ΕΕ (γιατί έχουμε και μια γερμανοποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής), διότι εσείς έχετε πλεονάσματα αλλά εμείς έχουμε ελλείμματα, διότι δεν μπορούμε αυτή τη στιγμή να γίνουμε όλοι Γερμανία (δεν είναι σοβαρή αυτή η συζήτηση), διότι η κάθε χώρα έχει τη δομή της, τις παραδόσεις της, τα προβλήματά της, άρα η μόνη λύση που έχουμε να κάνουμε είναι η στάση πληρωμών, αυτό θα μπορούσε να αλλάξει και το χαρακτήρα της ΕΕ. Αν το κάνει μια χώρα μεμονωμένα, πρέπει να φροντίσει να το κάνει με τρόπο που το όπλο θα χτυπάει κάποιον αντίπαλο και όχι το δικό της κρόταφο.
Μία τέτοια εξέλιξη θα είχε φαντάζομαι και δυσμενείς επιπτώσεις στις διεθνείς σχέσεις της χώρας.
Δεν αποκλείω τίποτα! Αν μια χώρα δεν έχει άλλη λύση, θα πρέπει να κάνει ένα σχέδιο μακροχρόνιας επιβίωσης και ανάπτυξης. Σε αυτή την περίπτωση ας περάσουν κάποια χρόνια δύσκολα, πολύ δύσκολα. Πρέπει, όμως, για να εξασφαλιστεί και η νομιμοποίηση αυτής της επιλογής και να μπορέσει κανείς να έχει και τον κόσμο μαζί του, να εξαντληθούν προηγουμένως όλα τα άλλα περιθώρια. Διότι ζούμε σε μία εποχή που, εγώ τουλάχιστον θεωρώ, ότι η επιλογή πρέπει να είναι ένα εθνικό σχέδιο ανάπτυξης με δικαιοσύνη και αειφορία, ενταγμένο, όμως, σε μία διεθνή δυναμική. Το θέμα είναι πώς να δημιουργούμε συμμαχίες, διότι -προς το παρόν τουλάχιστον- οι συσχετισμοί των δυνάμεων διεθνώς είναι αυτοί που είναι και επομένως η απομόνωση μιας χώρας μπορεί να την κάνει και εύκολο στόχο, όπως άλλωστε γίνεται και αυτόν τον καιρό με τις αγορές και όλα αυτά που ζούμε.
Αν προκληθεί η στάση πληρωμών με δική μας ευθύνη, θα υπάρχει ισχυρή τάση να μας διώξουν. Πρέπει να απορρίψουμε, επίσης, τα σχέδια που ακούγονται για προσωρινή έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ. Αυτό θα σήμαινε ότι βγαίνουμε για λίγο από το ευρώ, οι κεφαλαιούχοι που έχουν ήδη βγάλει τα κεφάλαια στο εξωτερικό καραδοκούν για μία μεγάλη υποτίμηση της δραχμής που θα υιοθετήσουμε και θα επιστρέψουν να εξαγοράσουν την Ελλάδα μισοτιμής. Πρόκειται για ένα κερδοσκοπικό παιχνίδι, σε τίποτα δεν θα αποτελεί λύση. Πρέπει, επίσης, να απορρίψουμε και τη λύση του διπλού νομίσματος, διότι και αυτό συζητείται: ευρώ για να πληρώνουμε τους ξένους και δραχμές για να πληρώνουμε τους εργαζόμενους στο εσωτερικό της χώρας.
Βλέπετε ότι ανοίγει ένας κύκλος ακραίων σεναρίων, που καλά κάνουμε και τα συζητούμε, αλλά πρέπει πάντα να γίνεται διακριτό αυτό που εμείς πρέπει να επιδιώκουμε. Νομίζω ότι από τη στιγμή που δώσαμε στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το νόμισμά μας, τα όποια συναλλαγματικά μας αποθέματα, ένα μέρος από τη δική μας κυριαρχία, πρέπει να απαιτούμε την προστασία από τους κερδοσκόπους τους οποίους οι ίδιοι παρότρυναν και ενεργοποίησαν. Πρέπει να διεκδικούμε εντέλει τη δυνατότητα να δανειζόμαστε με όρους που δεν θα είναι τοκογλυφικοί.
Τίθεται και ζήτημα κατάσχεσης ακινήτων στο εξωτερικό;
Αν κηρυχθεί στάση πληρωμών από μία χώρα, αυτό είναι πράξη πολέμου. Στάση πληρωμών σημαίνει ότι εμείς αμυνόμαστε από ένα πόλεμο που μας εξαπολύουν, διότι αν μας υποχρεώσουν να δανειστούμε το υπόλοιπο χρέος που έχουμε να δανειστούμε εφέτος, με επιτόκια 6-7%, δεδομένου ότι θα χρειαστεί να δανειστούμε κάπου 50 δις ευρώ, σημαίνει 3,5 δις τόκοι μόνο για φέτος. Άρα όλα τα μέτρα και όλες οι θυσίες που καλούμαστε να κάνουμε ήδη έχουν «φαγωθεί» για τους τόκους ενός έτους. Αν υποχρεωθούμε να δανειστούμε με αυτά τα επιτόκια τα 150 και 200 δις ευρώ που χρειαζόμαστε τα επόμενα 5 χρόνια, αντιλαμβάνεστε ότι αυτό οδηγεί σε χρεοκοπία, άρα σε αυτή την περίπτωση αμύνεται κανείς και λέει: δεν μπορώ να το αντέξω αυτό, ή συνεννοούμαστε ή κάνω στάση πληρωμών. Το επόμενο, λοιπόν, βήμα θα είναι ή να συνεχιστεί ο πόλεμος –και γι΄ αυτό όπως είπα πριν μια τέτοια κίνηση θα πρέπει να εντάσσεται σε κάποιο σχεδιασμό, είναι ένα πολύπρακτο έργο- ή να ακολουθήσει ένα κλίμα διαδοχικών διαπραγματεύσεων με τους πιστωτές ώστε να διευθετηθεί το χρέος, να γίνει μια αναρρύθμισή του, μια μεταχρονολόγησή του κλπ.
Βλέπετε να υπάρχουν σήμερα στην ΕΕ οι προϋποθέσεις ώστε να δημιουργηθεί ένας καταλληλότερος μηχανισμός δανεισμού;
Βλέπω ότι η κρίση που ζούμε, στην περίπτωση της ΕΕ, είναι και μια κρίση των κανόνων, ή πολλών από τους κανόνες πάνω στους οποίους χτίστηκε το ευρωπαϊκό νομισματικό σύστημα, η ΟΝΕ δηλαδή και το ευρώ. Επομένως, αυτή η κρίση των κανόνων και των διευθετήσεων μπορεί να μην αναγνωρίζεται, μπορεί να μην υπάρχει η προθυμία να αναγνωριστεί αυτή η κρίση. Έχω, όμως, την αίσθηση ότι τα γεγονότα θα είναι αδυσώπητα. Το ευρώ δεν μπορεί ποτέ να είναι σταθερό και βιώσιμο αν σημαντικός αριθμός μελών του δεν μπορεί να παρακολουθήσει τις εξελίξεις, αν βρίσκεται σε μεγάλη απόκλιση, όπως τείνει να συμβεί ανάμεσα στις χώρες που έχουν εμπορικά πλεονάσματα, με επίκεντρο τη Γερμανία, και τις χώρες που έχουν εμπορικά ελλείμματα, όπως είναι η Ελλάδα, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιταλία και ενδεχομένως και άλλες. Αυτό το δομικό πρόβλημα δεν μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να αντιμετωπιστεί στο πλαίσιο των πολιτικών επιλογών που υπάρχουν σήμερα, και άρα η πρόταση που σας διατύπωσα επενδύει σε μία προοπτική, είναι ο δρόμος αν θέλουμε να έχουμε μια ΕΕ με συνοχή η οποία, όμως, θα εξυπηρετεί και τις ανάγκες όλων των μελών της.
Να δούμε λίγο πρακτικά, σε αυτό το πλαίσιο, ποια θα έπρεπε να είναι τα επόμενα βήματα του πρωθυπουργού;
Βεβαίως να τα δούμε, αλλά υπάρχει ένα κενό, τουλάχιστον δημοσίως, σε αυτό που έχει προηγηθεί, δηλαδή φοβάμαι ότι ζήσαμε ένα «βρώμικο 2009». Πώς ένας κίνδυνος γενικός, θεωρητικός, μακροπρόθεσμος μετατράπηκε σε έναν άμεσο κίνδυνο, σαν αυτόν που ζούμε σήμερα. Πρέπει να σας επισημάνω ότι η Ελλάδα, βεβαίως, έχει ένα μεγάλο χρέος, αλλά οι τόκοι που πληρώνουμε σήμερα γι’ αυτό το χρέος δεν είναι οι μεγαλύτεροι που είχαμε στο πρόσφατο παρελθόν. Ως ποσοστό του εθνικού εισοδήματος, είναι οι μικρότεροι που είχαμε την τελευταία 20ετία. Επίσης, τα φορολογικά έσοδα που πληρώνουμε για να εξυπηρετήσουμε το χρέος μας είναι υψηλά, αλλά είναι χαμηλότερα από αυτά που είχαμε την τελευταία 20ετία. Άρα, επαναλαμβάνω ότι είχαμε ένα πρόβλημα, όμως, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε το πρόβλημα αυτό από δυνάμεις εντός και εκτός της χώρας μας, την έκαναν θύμα κερδοσκοπικών επιθέσεων, και αυτό ζούμε σήμερα.
Επομένως, η απάντηση στο ερώτημά σας είναι, τι έκανε η κυβέρνηση και τι περιθώρια περαιτέρω κινήσεων υπάρχουν ώστε να επιτευχθεί ένας συντονισμός σε επίπεδο ΕΕ μαζί με τις χώρες που έχουν ομοειδή προβλήματα. Η Ισπανία, ήδη, είναι ο φωτογραφιζόμενος επόμενος στόχος. Η Πορτογαλία, ήδη, είναι στις χώρες με μεγάλα προβλήματα. Η Ιταλία μπορεί να ακολουθήσει. Όλες αυτές οι χώρες έχουν κοινές ανάγκες, γιατί να μην επιδιώξουμε μια απάντηση; Επιπλέον, πρέπει να εμφανίσουμε κι εμείς κάποτε ένα σχέδιο, όχι στους ξένους αλλά στον ελληνικό λαό. Ένα μεσομακροπρόθεσμο σχέδιο ανάπτυξης και ανασυγκρότησης: τι παράγουμε ως κοινωνία, πώς το παράγουμε και πώς διανέμεται ο πλούτος. Δεν μπορεί να μένει όλη η συζήτηση μόνο στο δημοσιονομικό κομμάτι, διότι δεν γινόμαστε πειστικοί. Πρέπει να διεκδικήσουμε ένα χρονικό ορίζοντα μακρύτερο για τη δημοσιονομική προσαρμογή. Δεν είναι ρεαλιστικό να μιλούμε για μείωση του ελλείμματος κάτω από το 3% σε 3 χρόνια και αυτή η δημοσιονομική προσαρμογή να συνδυαστεί με μέτρα αναπτυξιακά και αύξηση της απασχόλησης. Διαφορετικά θα γνωρίσουμε μια τεράστια, απρόβλεπτη ύφεση και τεράστια αύξηση της ανεργίας. Δεν βλέπω τι θα βελτιώσει μια τέτοια εξέλιξη. Τα πάντα θα γίνουν χειρότερα.
Στο μεταξύ, διότι αυτά που λέμε τώρα ενδεχομένως πριν από ένα χρόνο να ακούγονταν κάπως αιρετικά, απ’ ότι φαίνεται, πάμε παγκοσμίως σε μία επιδείνωση της κρίσης. Μπορεί να έχουμε κάποια ανάκαμψη της παραγωγής, αλλά ήδη έχουμε μπει σε μια τρίτη φάση κρίσης με επίκεντρο τα χρέη, τα δημόσια, τα ιδιωτικά κλπ. Εγώ, λοιπόν, νομίζω ότι μια μερική σεισάχθεια, δηλαδή μία απορρόφηση μέρους των χρεών από τις κεντρικές τράπεζες και τελικά διαγραφή τους θα καταστεί αναγκαία ως παγκόσμια κίνηση για την άμβλυνση των προβλημάτων. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μια πιο ήπια πρόταση που θα μπορούσε σήμερα να θέσει ο πρωθυπουργός, επαναλαμβάνω όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά για την Ευρωζώνη, είναι ένα μορατόριουμ των χρεών. Εμείς έχουμε για παράδειγμα πολλά χρέη, βραχυπρόθεσμου σχετικά χαρακτήρα: τα επόμενα 3-5 χρόνια λήγουν περίπου 105 δις ευρώ, εάν συνεχίσουμε να δανειζόμαστε με επιτόκια 6-7%, φοβούμαι ότι θα φτάσουμε στο σημείο από το οποίο άρχισε η ερώτησή σας (στάση πληρωμών) ως μόνη δυνατότητα. Η μοναδική λύση, λοιπόν, είναι ένα μορατόριουμ χρεών ή μία αναρρύθμισή τους, ώστε κάποια δάνεια να γίνουν από βραχυχρόνια, μακροχρόνια, και με αυτόν τον τρόπο να δημιουργηθεί χώρος για ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα και δημοσιονομικής προσαρμογής και αναπτυξιακής διάστασης.
Γενικότερα, πού βλέπετε διέξοδο αναπτυξιακά για την Ελλάδα;
Αυτό που βλέπω ως διέξοδο είναι να αρχίσουμε ως κοινωνία να το συζητάμε αυτό το θέμα. Πρέπει να σας περιγράψω τις δυσκολίες που είχα ως βουλευτής, ακόμη και πρόσφατα, είτε να λέω ότι το χρέος και ο τρόπος ανάπτυξης της χώρας οδηγεί σε μία μη βιώσιμη κατάσταση, είτε να προσπαθώ να θέσω το θέμα ότι πρέπει να δούμε τι παράγουμε και πώς το παράγουμε. Όταν ετίθεντο αυτά τα θέματα δεν υπήρχε εύκολη επικοινωνία, κάποιοι τα θεωρούσαν υπερβολικά. Το 2002, θυμάμαι, όταν εγώ θεωρούσα εφικτό να μειωθεί το χρέος στο 70-80% του ΑΕΠ, να μην διοργανώσουμε την Ολυμπιάδα, να βάλουμε άλλες προτεραιότητες, τότε αυτές οι απόψεις αντιμετωπίζονταν ως αιρετικές. Άρα, το πρώτο βήμα είναι να συνειδητοποιήσουμε ως κοινωνία, έστω και εκ των υστέρων, ότι πρέπει να αλλάξει αυτός ο τρόπος ανάπτυξης που είχαμε τόσα χρόνια, αυτός ο τρόπος άνισης διανομής του πλούτου, αυτός ο τρόπος διακυβέρνησης, με την εξουσία να μην ακούει τις φωνές που έρχονται από τα κάτω ή από τα έξω. Αυτό θα είναι ένα μεγάλο βήμα.
Από κει και πέρα, η χώρα μας έχει εφεδρείες. Για παράδειγμα, ο ενεργειακός τομέας. Γιατί να είναι η Δανία πρωτοπόρος της ανάπτυξης αιολικής ενέργειας και όχι η Ελλάδα; Γιατί, αυτή τη στιγμή, να κάνει πρωτότυπες έρευνες η Νορβηγία στην αξιοποίηση της ενέργειας από τα κύματα της θάλασσας και η Ελλάδα να μην έχει κάποιο ερευνητικό πρόγραμμα στις τεχνολογίες του μέλλοντος; Γιατί να μην ξαναδούμε πώς έχουμε οργανώσει την κοινωνία μας; Η σπατάλη είναι μόνο στο δημόσιο; Ή σε όλο τον τρόπο με τον οποίο έχουμε οργανώσει τη ζωή μας; Γιατί το ιδιωτικό αυτοκίνητο να είναι τόσο βασικό και να μην επενδύσουμε στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς; Αυτά δεν είναι απλώς οικολογικά μέτρα, είναι ισοζύγιο πληρωμών, είναι εισαγωγές, είναι τρόπος κατανομής των πόρων. Υπάρχουν αρκετοί τομείς που θα μπορούσαν να γίνουν ο μοχλός μιας νέας ανάπτυξης. Αλλά όλα αυτά προϋποθέτουν σχέδιο, πολιτική βούληση και κοινωνικούς συσχετισμούς που να έχουν ανάγκη από αυτά. Ο συνασπισμός που έχουμε μέχρι στιγμής βολευόταν πάρα πολύ ωραία με ένα σύστημα που δανειζόταν χρήμα, δάνειζε χρήμα και κερδοσκοπούσε.
Τι σημαίνει - η αναγκαία πια - στάση πληρωμών;
Published by Πάνος [admin] on 11/4/10 (436 αναγνώσεις)
Τι σημαίνει στάση πληρωμών και γιατί είναι αναγκαία
Του Δημήτρη Καζάκη*
Η σύγχυση που βασιλεύει στην αριστερά σήμερα είναι τέτοια, που ακόμη συζητά αν η χρεωκοπία της χώρας είναι αληθινή ή ένα απλό πρόσχημα για να επιβληθούν τα ήδη προαποφασισμένα μέτρα. Την ίδια ώρα που οι προετοιμασίες για την επίσημη είσοδο του ΔΝΤ υπό την πολιτική εποπτεία της ΕΕ βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη. Η κατάσταση θυμίζει κάποιες άλλες εποχές που η αριστερά διαβεβαίωνε σε όλους τους τόνους ότι στην Ελλάδα δεν πρόκειται να γίνει πραξικόπημα, τις ημέρες που η χούντα είχε τεθεί σε κίνηση.
Όσοι αδυνατούν να κατανοήσουν το μέγεθος και τον χαρακτήρα του προβλήματος και επομένως εύκολα εικάζουν ότι το όλο ζήτημα δεν είναι παρά μια μπλόφα, δεν αγνοούν απλώς - σκοπίμως ή μη, αδιάφορο - τα πραγματικά δεδομένα του δημόσιου χρέους. Αδυνατούν να αντιληφθούν ότι αυτό που εμφανίζεται ως δημοσιονομική χρεωκοπία, συνιστά την χρεωκοπία ολόκληρου του τρόπου εξαρτημένης καπιταλιστικής ανάπτυξης της χώρας.
Ολόκληρος ο ελληνικός καπιταλισμός συνθλίβεται κάτω από το βάρος των δικών του εσωτερικών αδιεξόδων, αλλά και των αντιθέσεων που έχει αναδείξει η κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού. Ο φόβος που εμπνέει σε ορισμένους η ιστορική καμπή στην οποία βρισκόμαστε και τα επιτακτικά καθήκοντα που αντικειμενικά απορρέουν απ' αυτήν, είναι αυτό που βρίσκεται πίσω από τις θεωρίες περί χρεωκοπίας-μπλόφα. Γι' αυτό και κάνει εντύπωση ότι δείχνουν περισσότερη εμπιστοσύνη στη δύναμη του συστήματος να αυτορρυθμίζεται και να ξεπερνά τις κρίσεις του, ακόμη κι από τους πιο επίσημους εκπροσώπους του. Αυτή η τυπική πολιτική ουράς και συνθηκολόγησης μπροστά στα δύσκολα, εμφανίζεται σήμερα από κάποιους ως ακραιφνώς «αριστερή» και μάλιστα «ταξική» πολιτική.
Οι εργαζόμενοι δεν έχουν απλά να αντιμετωπίσουν μια άγρια επίθεση εναντίον τους, αλλά την χρεοκοπία ενός ολόκληρου συστήματος που καταρρέει και απειλεί να συμπαρασύρει μαζί του τη χώρα και το λαό της. Η ντόπια ολιγαρχία έχει εναποθέσει την ανασυγκρότηση του χρεοκοπημένου συστήματος στους γνωστούς μηχανισμούς του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου. Αυτό το νόημα έχει η μετατροπή της χώρας σε πραγματική αποικία των διεθνών αγορών, τραπεζών και κερδοσκόπων υπό την εποπτεία της ΕΕ και του ΔΝΤ. Η διεθνής εμπειρία έχει αποδείξει ότι καμμιά χώρα δεν βγήκε από μια τέτοια ανασυγκρότηση αλώβητη ή ακέραια.
Αυτό σημαίνει ότι η μάχη που καλούνται να δώσουν οι εργαζόμενοι σήμερα συνδέεται στενότερα παρά ποτέ με την συνολική κατάσταση και τις προοπτικές της χώρας. Κι αυτό το καταλαβαίνουν πρώτοι απ' όλους οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, γι' αυτό και δεν είναι διατεθειμένοι να αναλωθούν σε μάχες οπισθοφυλακής εντοπισμένες μόνο στην απόκρουση των μέτρων της κυβέρνησης. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι λογαριασμοί που ανοίγουν σήμερα δεν μπορούν να κλείσουν με διαμαρτυρίες ενάντια στην κυβερνητική πολιτική. Αναζητούν εναγωνίως την πολιτική ηγεσία που θα τους εμπνεύσει και θα θέσει ως άμεση προτεραιότητα τη διάσωση της χώρας από την ελεγχόμενη πτώχευση και την αποικιοκρατική ανασυγκρότηση υπό το ΔΝΤ και την ΕΕ. Μόνο έτσι μπορεί σήμερα να τεθεί στις πιο πλατιές μάζες η ανάγκη της πάλης για την ανατροπή του κυρίαρχου συστήματος εξουσίας.
Ενδιαφέρει την αριστερά και μάλιστα εκείνη που αυτοπροσδιορίζεται ως ταξική, η μετατροπή της χώρας σε αποικία του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου; Την ενδιαφέρει η επιβολή καθεστώτος δημοσιονομικής κατοχής από τους δανειστές της χώρας, την ΕΕ και το ΔΝΤ; Ή της αρκεί απλά να καταγγέλλει τον καπιταλισμό; Αν δεν της αρκεί, τότε θα πρέπει να απαντήσει συγκεκριμένα στο τι πρέπει να γίνει με το δημόσιο χρέος, το οποίο έχει αναδειχθεί σε βασικό μοχλό όχι μόνο της επιβολής των αντιλαϊκών και αντεργατικών μέτρων, αλλά και της συνολικής εκποίησης της χώρας στους διεθνείς κερδοσκόπους.
Το βασικό πρόβλημα με το δημόσιο χρέος δεν είναι τα υψηλά επιτόκια δανεισμού, όπως ισχυρίζεται η επίσημη προπαγάνδα, αλλά η αδυναμία εξυπηρέτησής του. Για να πάρουμε μια ιδέα αρκεί να πούμε τούτο: ενώ το ελληνικό δημόσιο δαπάνησε για το 2009 συνολικά 59,1 δις ευρώ σε αποδοχές και συντάξεις δημοσίων υπαλλήλων, σε ασφάλιση, περίθαλψη, κοινωνική προστασία, λειτουργικές δαπάνες, κοκ, για εξυπηρέτηση του χρέους δαπάνησε συνολικά 41,4 σε τοκοχρεολύσια και 42,7 σε δαπάνες για βραχυπρόθεσμους τίτλους του δημοσίου, ειδικές εκδόσεις ομολόγων και βραχυπρόθεσμη ταμειακή διευκόλυνση. Σύνολο εξυπηρέτησης 84,1 δις ευρώ, δηλαδή 142% των πρωτογενών δαπανών του δημοσίου ή 35% του ΑΕΠ!
Για να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτή η επιβάρυνση και πόσο ανατροφοδοτεί την έξαρση του δημόσιου χρέους, αρκεί να πούμε το εξής: Την τελευταία δεκαετία (2000-2009) το ελληνικό δημόσιο πλήρωσε στους δανειστές του περίπου 450 δις ευρώ. Παρ' όλα αυτά το δημόσιο χρέος της χώρας όχι μόνο δεν συγκρατήθηκε, αλλά αυξήθηκε την ίδια δεκαετία κατά 155 δις ευρώ! Και μιλάμε για μια περίοδο όπου το ύψος των επιτοκίων με το οποίο δανειζόταν το ελληνικό δημόσιο ήταν το ίδιο με αυτό της Γερμανίας. Επομένως το ζήτημα δεν είναι να βρεθούν με κάποιο τρόπο νέα χαμηλότοκα δάνεια. Κάθε νέο δάνειο που συνάπτει το ελληνικό δημόσιο αποτελεί ένα ακόμη καρφί στο φέρετρο της ελληνικής οικονομίας. Ακόμη κι αν κατορθώσει να αποσπάσει ξανά επιτόκιο του επιπέδου της Γερμανίας.
Αυτός είναι ο λόγος που δεν μπορεί να υπάρξει καμμιά άλλη πολιτική, αν δεν αντιμετωπιστεί πρώτα απ' όλα ο βρόγχος του δανεισμού και δεν ξεφύγει η χώρα από τη θανάσιμη λαβή που της έχουν εφαρμόσει οι δανειστές της με όπλο το ευρώ και την συνεπικουρία της ΕΕ. Όσο λοιπόν η αριστερά θεωρεί ότι το όλο ζήτημα της χρεωκοπίας είναι ένα παραμύθι που σκαρφίστηκαν ο δικομματισμός και οι αγορές για να επιβάλουν τις πολιτικές που θέλουν, τόσο περισσότερο θα αιχμαλωτίζεται από την κυρίαρχη πολιτική. Όσο κι αν στο ερώτημα των «άδειων ταμείων» που θέτει κάθε τόσο η κυβέρνηση, η αριστερά απαντά με το πάρτε τα από το μεγάλο κεφάλαιο. Με άλλα λόγια, ζητά να τα πάρουν από το ντόπιο μεγάλο κεφάλαιο και να τα δώσουν όχι στους εργαζόμενους, αλλά στο διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο που δανείζει το ελληνικό δημόσιο. Κι αυτό αποκαλείται από ορισμένους αντικαπιταλιστική πολιτική. Η μόνη αυθεντικά αριστερή και ταυτόχρονα ταξική απάντηση που μπορεί να δοθεί εδώ και τώρα είναι μία: Άμεση στάση πληρωμών ώστε να διασώσουμε τους πόρους που ιδιοποιούνται σήμερα οι διεθνείς τοκογλύφοι και κερδοσκόποι προκειμένου να δρομολογήσουμε μια άλλου τύπου ανάπτυξη της χώρας.
Όταν μιλάμε για άμεση μονομερή στάση ή παύση πληρωμών δεν εννοούμε μια μεθόδευση αναστολής της αποπληρωμής των δανείων, μέσα από αναδιαπραγμάτευση με τους δανειστές ή την αναδιάρθρωση του χρέους. Το λέμε αυτό γιατί όσο πιο πολύ πλησιάζει η στιγμή της εγκαθίδρυσης του καθεστώτος ελεγχόμενης πτώχευσης από την ΕΕ και το ΔΝΤ, τόσο περισσότερο θα ακούγονται απόψεις που θα συγχέουν την άμεση παύση πληρωμών με διάφορα σχήματα αναδιαπραγμάτευσης ή αναδιάρθωσης του χρέους εξασφαλίζοντας μια προσωρινή μερική ή ολική αναστολή των πληρωμών. Οι απόψεις αυτές συγχέουν την μονομερή παύση πληρωμών με την πτώχευση της χώρας, επιτρέποντας στο ΔΝΤ να εμφανιστεί ως αναγκαία και συμφέρουσα λύση από τη στιγμή που έρχεται να επιβάλλει μια αρχική αναστολή των πληρωμών με σκοπό την επαναδιαπραγμάτευση και αναδιάρθρωση του χρέους. Μια τέτοια αναστολή των πληρωμών όχι μόνο δεν συμφέρει το λαό και τον τόπο, αλλά θα οδηγήσει με μαθηματική βεβαιότητα σε μεγαλύτερη όξυνση το πρόβλημα της υπερχρέωσης, ενώ θα εκθέσει τη χώρα στους εκβιασμούς των πιο κερδοσκοπικών κεφαλαίων διεθνώς που ειδικεύονται στην εκμετάλλευση χρεοκοπημένων κρατών.
Δεν είναι λοιπόν μια οποιαδήποτε στάση ή αναστολή των πληρωμών που απαντά στο πρόβλημα του χρέους από τη σκοπιά και το συμφέρον των εργαζομένων, αλλά μόνο εκείνη η μονομερής παύση πληρωμών που αντιτίθεται σε κάθε προσπάθεια πτώχευσης της χώρας και επιβολής καθεστώτος κηδεμονίας από το ΔΝΤ και την ΕΕ. Ποια είναι η θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα στη μονομερή παύση πληρωμών και στην αναστολή των πληρωμών μέσα από μια διαδικασία πτώχευσης; Το γεγονός ότι με την πρώτη αρνείται επίσημα η χώρα να αναγνωρίσει τις υποχρεώσεις της απέναντι στους δανειστές της, αρνείται να αναγνωρίσει κάθε δικαίωμα ή απαίτηση των δανειστών, ενώ με τη δεύτερη όχι μόνο δεν αρνείται τα δικαιώματα των δανειστών πάνω της, αλλά δηλώνει αδυναμία εξυπηρέτησης των υποχρεώσεών της και τίθεται στη διάθεση των δανειστών της.
Η πρώτη επιλογή συνδέεται με την πάλη του λαού για την πολιτική, οικονομική και κοινωνική αυτοδιάθεσή του, για τη διάσωση της χώρας του από τις άρπαγες του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου, ενώ η δεύτερη επιλογή αποτελεί τη βάση όλων των πολιτικών του ΔΝΤ. Αυτός είναι ο λόγος που η μονομερής παύση πληρωμών που αρνείται να αναγνωρίσει δικαιώματα στους δανειστές, που αρνείται να θέσει τη χώρα υπό καθεστώς πτώχευσης και κηδεμονίας, αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά αιτήματα όλων των λαϊκών επαναστατικών και απελευθερωτικών κινημάτων, από την εποχή που οι μπολσεβίκοι αρνήθηκαν μονομερώς να πληρώσουν τα τσαρικά χρέη και η διπλωματία τους πρωτοστάτησε να ενσωματωθεί στη διεθνή νομολογία η ρήτρα για το απεχθές χρέος (odious debt). Μια ρήτρα που προβλέπει ότι μια χώρα έχει κάθε δικαίωμα να αρνηθεί την αποπληρωμή των χρεών της όταν αυτά αποτελούν προϊόν διαφθοράς, ρεμούλας και κερδοσκοπίας.
Η μονομερής παύση πληρωμών θέτει σε πρώτη προτεραιότητα την ανάγκη να σταθεί η χώρα και ο λαός της στα πόδια τους, χωρίς τον φόρο αίματος στους δανειστές. Όμως για να γίνει αυτό δεν αρκεί η παύση πληρωμών. Αντίθετα, η παύση πληρωμών δεν έχει ουσιαστικά κανένα πρακτικό νόημα, αν δεν συνοδευτεί με ένα πακέτο άμεσων μέτρων θωράκισης της οικονομίας και της χώρας από τυχόν εκβιασμούς και πιέσεις. Δεν έχει κανένα νόημα αν δεν συνοδευτεί άμεσα με την επιβολή δραστικών ελέγχων στην κίνηση του κεφαλαίου, με την εθνικοποίηση των κύριων τραπεζών, με την έξοδο από το ευρώ και την ΟΝΕ και με μια γενναία αναδιανομή πλούτου προς όφελος των εργαζομένων όχι μόνο για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά ως βασική προϋπόθεση για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας σε νέα κοινωνική, ταξική και οικονομική βάση. Μόνο έτσι μπορεί να ορθοποδήσει η οικονομία και να οικοδομηθεί ένα ριζικά διαφορετικό κράτος από το σημερινό. Μόνο έτσι δεν θα χρειαστεί το δημόσιο να καταφύγει ξανά στη διεθνή κερδοσκοπία για δανεισμό.
* Ο Δημήτρης Καζάκης είναι οικονομολόγος - αναλυτής.
ΠΗΓΗ: ΠΡΙΝ 11-4-2010.
Ηλ. ΠΗΓΗ: Κυριακή, 11 Απριλίου 2010, http://youpayyourcrisis.blogspot.com/2010/04/blog-post_11.html
Η στάση πληρωμών θα οδηγούσε σε αδιέξοδο
Του Matthias Morys*
Ακόμη και μετά την έγκριση της συμφωνίας δανειοδότησης της Αθήνας από τον μεικτό μηχανισμό της Ε.Ε. και του ΔΝΤ, αρκετοί πολιτικοί και αναλυτές, τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό, συνεχίζουν να εμμένουν στην άποψη ότι η καλύτερη επιλογή για την Ελλάδα θα ήταν να κηρύξει στάση πληρωμών στα δάνειά της. Τα επιχειρήματά τους έχουν κάποια λογική βάση. Υστερα από μια τέτοια κίνηση, το ελληνικό δημοσιονομικό έλλειμμα θα μειωνόταν αυτομάτως από το 13,6% του ΑΕΠ που είναι σήμερα, στο αρκετά πιο διαχειρίσιμο ποσοστό του 7%. Η πτωτική πορεία του ελλείμματος θα συνεχιζόταν μάλιστα και τα επόμενα χρόνια, μειώνοντας αισθητά το άχθος της εξυπηρέτησης του χρέους. Πέραν αυτού, το μεγαλύτερο ποσοστό του ελληνικού χρέους ανήκει σε επενδυτές, ασφαλιστικά ταμεία και τράπεζες του εξωτερικού, γεγονός που συνεπάγεται ότι οι αντιδράσεις στο εσωτερικό της Ελλάδας δεν θα είναι ανεξέλεγκτες. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμη και αν η Ελλάδα κήρυσσε στάση πληρωμών, κανείς δεν θα μπορούσε να την εξαναγκάσει να αποχωρήσει από την Ευρωζώνη, αφού κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται από τις συνθήκες.
Από την άλλη πλευρά, όμως, υπάρχουν και σοβαρά αντικίνητρα απέναντι στη στάση πληρωμών. Το πρώτο είναι το κλασικό επιχείρημα ότι ύστερα από κάτι τέτοιο, οι αγορές θα διστάζουν να δανείσουν την Ελλάδα. Αν και η άποψη αυτή θεωρητικά ισχύει, δεν επιβεβαιώνεται στην πράξη. Η Ελλάδα είχε προχωρήσει στάση πληρωμών και το 1932 (επί κυβερνήσεως Βενιζέλου) και κατάφερε γρήγορα να επιστρέψει στις αγορές, αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Επιπλέον, πολλές έρευνες έχουν αποδείξει ότι οι αγορές «ξεχνούν» γρήγορα τις «αμαρτίες» του παρελθόντος και είναι πρόθυμες να δανείσουν όσους χρεοκόπησαν μόλις αποκατασταθεί η ρευστότητα στο σύστημα.
Το δεύτερο επιχείρημα κατά της στάσης πληρωμών όμως είναι πολύ πιο σοβαρό: αν η κυβέρνηση της Αθήνας επέλεγε να προχωρήσει σε μια τέτοια κίνηση, οι περισσότερες, αν όχι όλες, οι ελληνικές τράπεζες θα στέγνωναν άμεσα από ρευστότητα. Για ποιο λόγο θα συνέβαινε αυτό; Διότι θα έχαναν για αρκετό καιρό την πρόσβασή τους στη διατραπεζική αγορά, ενώ και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα σταματούσε άμεσα να τους παρέχει ρευστότητα με εγγύηση ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου. Οσοι λοιπόν υποστηρίζουν την επιλογή της στάσης πληρωμών, θα πρέπει να εξηγήσουν στον κόσμο τι σημαίνει αυτό: ότι δηλαδή ο μέσος πολίτης δεν θα μπορεί να σηκώσει να χρήματά του από τον τραπεζικό του λογαριασμό, καθώς οι ελληνικές τράπεζες θα χρεοκοπήσουν.
Παρ’ όλα αυτά, οι αριθμοί της ελληνικής οικονομίας προκαλούν ανησυχία. Το χρέος της χώρας είναι ήδη το υψηλότερο στην Ε.Ε. και θα συνεχίσει να αυξάνεται δραματικά έως το 2014, πλησιάζοντας το 150% του ΑΕΠ. Ακόμη χειρότερο είναι ότι τα ελληνικά ομόλογα που λήγουν μέσα στην επόμενη πενταετία πλησιάζουν το 100% του ΑΕΠ, κάτι που σημαίνει ότι σύντομα η χώρα θα χρειάζεται να αποδίδει το 1/3 των χρημάτων που συγκεντρώνει από τη φορολογία στην εξυπηρέτηση του χρέους.
Η πολιτική ηγεσία της Ελλάδας αντιλαμβάνεται ότι η κατάσταση αυτή δεν είναι διατηρήσιμη. Υπάρχει άραγε άλλη διέξοδος; Το πακέτο στήριξης που προσέφεραν στην Ελλάδα Ε.Ε. και ΔΝΤ αποτελεί τον πρώτο πυλώνα για τη λύση των οικονομικών προβλημάτων της χώρας. Ο δεύτερος πυλώνας θα μπορούσε να είναι μια αναδιαπραγμάτευση του χρόνου αποπληρωμής των δόσεων του υφιστάμενου εξωτερικού χρέους. Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, η Ελλάδα θα μπορούσε να μεταθέσει στο μέλλον τις δόσεις για περίπου 140 δισεκατομμύρια ευρώ, από τα 240 που πρέπει συνολικά να αποπληρώσει τα επόμενα πεντέμισι χρόνια. Για να γίνει όμως κάτι τέτοιο, χωρίς να χαρακτηριστεί επισήμως «χρεοκοπία» (με ό,τι αυτό θα συνεπαγόταν για τη χώρα), χρειάζεται και η συναίνεση των δανειστών της Ελλάδας. Για να συμφωνήσουν, ενδεχομένως να ζητήσουν μεγαλύτερους τόκους. Η Ιστορία μάς διδάσκει πάντως ότι τέτοιου είδους διαπραγματεύσεις είναι συνήθως μακρές και επίπονες. Ισως η Ελλάδα θα έπρεπε να είχε ήδη ξεκινήσει.
* Ο κ. Matthias Morys είναι λέκτορας στη Σχολή Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του York, στη Μεγάλη Βρετανία.
5-5-10 ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Στάση πληρωμών-έξοδος από την ευρωζώνη: φόβητρο ή αρχή διεξόδου από την κρίση;
Ημερομηνία δημοσίευσης: 04/04/2010
Του Θανάση Μποχώτη
Τελευταία δημοσιεύθηκαν στην Αυγή και την Ελευθεροτυπία προτάσεις του Τ. Φωτόπουλου και του Δ. Καζάκη για τη διέξοδο της Ελλάδας από την οικονομική κρίση•[1] προτάσεις πρακτικές, που η αποδοχή τους από έναν έστω από τους κύριους πολιτικούς φορείς της αριστεράς θα εξασφάλιζε, σε μεγάλο βαθμό, ότι οι κοινωνικοί αγώνες του επόμενου διαστήματος θα είχαν πραγματική προοπτική και δεν θα διεξάγονταν υπό συνθήκες φόβου, απογοήτευσης και παραίτησης.
Κατά τους προηγούμενους μήνες η ελληνική κοινωνία βομβαρδίστηκε από μια προπαγάνδα που συνοψίστηκε στο εκβιαστικό δίλημμα «σκληρά μέτρα ή χρεοκοπία». Στο σύνθημα αυτό, που προϋπέθετε ότι το κύριο πρόβλημα της χώρας ήταν δημοσιονομικό, η Αριστερά απαντούσε --όχι σωστά-- ότι «η χώρα δεν πρόκειται να χρεοκοπήσει» και --σωστά-- πως το πρόβλημά της ήταν κυρίως αναπτυξιακό. Το πρώτο σκέλος αυτής της απάντησης, που υπονοούσε ότι η απειλή της χρεοκοπίας ήταν «ένα κόλπο της κυβέρνησης και των αγορών για να επιβάλουν την αντιλαϊκή πολιτική τους», διαψεύδεται από τα στοιχεία που παρέθεσε ο Δ. Καζάκης, τα οποία δεν αμφισβήτησε ο δημόσιος διάλογος που ακολούθησε. Μπορεί εδώ να επαναληφθεί ενδεικτικά ότι μόνο το 2009 δαπανήθηκαν για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους τοκοχρεωλύσια άνω των 41 δισ. ευρώ, που αντιστοιχούν στο 47% του συνόλου των δημοσίων δαπανών και στο 17% του ΑΕΠ της χώρας• την ίδια στιγμή τα δημόσια έσοδα ξεπέρασαν οριακά τα 59 δισ. ευρώ. Εξάλλου, η προαναφερόμενη αντίληψη της Αριστεράς για την απειλή της χρεοκοπίας ως κόλπο, δεν μπορεί να διασκορπίσει τον φόβο των μισθωτών εργαζομένων, ούτε να δώσει ελπίδα στον αγώνα τους ενάντια στα αντικοινωνικά μέτρα της κυβέρνησης και της ευρωπαϊκής επιτήρησης. Όταν ο πρωθυπουργός λέει στον μισθωτό του δημοσίου ότι αν δεν δεχθεί την περικοπή δυο ή και τριών μισθών, τότε το κράτος θα χρεοκοπήσει (ακολούθως δεν θα μπορεί να δανειστεί) και επομένως δεν θα μπορεί να του πληρώσει κανένα μισθό, τότε η Αριστερά δεν ακούγεται πειστική απέναντι στον ίδιο μισθωτό όταν του λέει: «Μην ανησυχείς, η Ελλάδα δεν πρόκειται να χρεοκοπήσει».
Επίσης η --ορθή καθεαυτήν-- έκκληση της Αριστεράς και μεγάλου μέρους της κοινωνίας (που συνιστά και το δημοσιονομικό τους αντεπιχείρημα απέναντι σε όσους υποστηρίζουν τα σκληρά μέτρα ως μονόδρομο) να αυξηθεί η φορολογία των ανωνύμων εταιρειών, να χτυπηθεί η φοροδιαφυγή και η ασφαλιστική εισφοροδιαφυγή, δεν μπορεί να γίνει πολιτικά πιεστική απέναντι στην κυβέρνηση και στους κοινωνικούς συμμάχους της, όσο αυτοί εξασφαλίζουν την πρόσβαση σε εξωτερικό δανεισμό. Πραγματικά, το ογκώδες εξωτερικό δημόσιο χρέος εξυπηρετεί την παρασιτική και εξωφρενική κερδοφορία μεγάλων μερίδων κεφαλαιούχων της Ελλάδας με επίκεντρό τους τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Ωστόσο, δεν ενισχύει μόνο την οικονομική τους θέση, αλλά και την κοινωνική τους εξουσία και την πολιτική τους επιρροή. Ακόμη, η πολιτική εξουσία μαθαίνει να επωφελείται και να εξαρτάται όλο και περισσότερο από τον διαρκή εξωτερικό δανεισμό για τη συνέχιση της λειτουργίας της, ενώ ταυτόχρονα γίνεται όλο και πιο ανεξάρτητη από τους Έλληνες πολίτες και ψηφοφόρους της, έτσι ώστε δεν δίνει και μεγάλη σημασία στις αντιδράσεις τους. (Ας προστεθεί ακόμη εδώ ότι πάγια επιδίωξη της Γερμανίας στην πορεία προς την εισαγωγή του ευρώ και προς τον καθορισμό του καθεστώτος του, δηλαδή του Συμφώνου Σταθερότητας, ήταν όχι μόνο μια πολύ σταθερή δέσμευση σε ζητήματα δημοσιονομικών ελλειμμάτων, αλλά και ειδικότερα η τήρησή της στη βάση των νεοφιλελεύθερων κανόνων: λιγότερες δημόσιες δαπάνες, χαμηλότεροι φόροι). Αντίθετα, η άμεση στάση πληρωμών της χώρας, η οποία συνδέεται αναπόσπαστα με μια μελλοντική αναδιαπραγμάτευση του εξωτερικού δημόσιου χρέους, θα επιφέρει ανακούφιση στην παραγωγική βάση της και θα κάνει πολιτικά πολύ πιεστική την πρόταση φορολόγησης του κεφαλαίου.
Οι προπαγανδιστές των μέτρων λιτότητας ισχυρίζονται πως οι Έλληνες πρέπει να πάψουν πια να ζουν με δανεικά, να σταματήσουν να έχουν ένα βιοτικό επίπεδο που βρίσκεται πάνω από τις δυνατότητες και την παραγωγικότητά τους. Όμως οι ισχυρισμοί αυτοί έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το γεγονός ότι τα μέτρα της κυβέρνησης και των ευρωπαίων επιτηρητών δεν έχουν στόχο να αποτρέψουν τη χρεοκοπία, αλλά να δώσουν μια όσο το δυνατόν μεγαλύτερη παράταση ζωής στην πολιτική που οδήγησε στην κρίση και οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στη χρεοκοπία. Διαμέσου της απρόσκοπτης αποπληρωμής των ξένων δανειστών της Ελλάδας επιχειρούν να εξακολουθήσουν, όσο μπορούν, την «πλασματική (κυρίως δανειακή) επέκταση της εσωτερικής ζήτησης» (Δ. Καζάκης). Και η άλλη όψη αυτής της πολιτικής είναι η συσταλτική και βίαιη επίθεση στο εισόδημα, την ασφάλεια και τα δικαιώματα της μισθωτής εργασίας. Μάλιστα, η ασφυκτική συμπίεση της μισθωτής εργασίας συνοδεύεται από σχέδια κυβερνητικών και τραπεζιτικών κύκλων της χώρας για ρευστοποίηση ή εκμετάλλευση και των τελευταίων κοινών κτημάτων που της έχουν απομείνει, όπως των ακινήτων της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου, για την περαιτέρω χρηματοδότηση του εξωτερικού δανεισμού.
Μονομερής παύση των πληρωμών: αναγκαία και επιθυμητή
Τα πρόσφατα μέτρα λιτότητας αποκάλυψαν με τον πιο σαφή τρόπο τον (αντι)κοινωνικό χαρακτήρα αυτής της πολιτικής, η οποία έχει ως ακρογωνιαίο λίθο της τη διαιώνιση της εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους. Επομένως, η άμεση διάρρηξη του φαύλου κύκλου του δανεισμού με τη μονομερή παύση πληρωμών από την Ελλάδα, δεν είναι μόνο αναγκαία αλλά και επιθυμητή• μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιηθεί, αντίστροφα, ενάντια σε όσους ως τώρα επωφελούνταν από αυτό τον φαύλο κύκλο σε βάρος της μισθωτής εργασίας και μεγάλων τμημάτων των λαϊκών τάξεων. Επίσης, αν η στάση πληρωμών δεν υλοποιηθεί άμεσα, η χρεοκοπία θα έρθει αργότερα, όταν θα συμφέρει τις αγορές και την Ευρωπαϊκή Ένωση ή το ΔΝΤ, ενώ οι μισθωτοί εργαζόμενοι θα έχουν γονατίσει από την ανέχεια και από την έλλειψη ελπίδας. Τότε όμως τη χρεοκοπία θα τη διαχειριστούν στην Ελλάδα και πάλι οι ίδιες δυνάμεις που θα έχουν επωφεληθεί από τη διαιώνιση της πολιτικής που την προκαλεί, διαθέτοντας πιθανώς και μια ισχυρή ακροδεξιά συνιστώσα. Έτσι, η Αριστερά έχει ιστορική ευθύνη να κρατήσει μια σωστή στάση σʼ αυτό το ζήτημα.
Εννοείται ότι η στάση πληρωμών συνδέεται άρρηκτα με την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη και την επανεισαγωγή μιας νέας δραχμής, αφού η παραμονή της χώρας στο καθεστώς του ευρώ την κάνει έρμαιο στις κινήσεις του παγκοσμιοποιημένου χρηματιστικού κεφαλαίου, ακριβαίνει τις εξαγωγές και τον τουρισμό της και κατατρώει το λαϊκό εισόδημα (Τ. Φωτόπουλος, Δ. Καζάκης).
Η επανεισαγωγή μιας νέας δραχμής θα έδινε τα νομισματοπιστωτικά εργαλεία για μια --απαραίτητη για την καταπολέμηση της ύφεσης και για την επάνοδο στην οικονομική ανάπτυξη-- νέου τύπου παρέμβαση του κράτους στην οικονομία. Ωστόσο, η πρόταση της παύσης πληρωμών και της νέας δραχμής δεν αρκεί, αν αφορά απλώς μια προσωρινή ανάπαυλα στην διαδικασία προσαρμογής της ελληνικής κοινωνίας στους κανόνες λειτουργίας της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. (Μια τέτοια πρόταση για την Ελλάδα που παραμένει σε αυτά τα όρια, την υποβάλλουν, ως γνωστόν, και ορθόδοξοι αγγλοσάξονες οικονομολόγοι). Αντίθετα, είναι αναγκαίο να επιχειρηθεί η νομισματοποίηση μέρους των ελλειμμάτων, ώστε διαμέσου ενός μέτριου πληθωρισμού να πληγούν τα κοινωνικά εκείνα στοιχεία που ως τώρα ωφελούνται από την ακολουθούμενη αντιπληθωριστική πολιτική. Ένα τέτοιο εγχείρημα δεν θα είναι αποτελεσματικό αν δεν συσχετιστεί με την εκ νέου καθιέρωση μόνιμων ελέγχων των τιμών και της κίνησης κεφαλαίου, καθώς και με τη χορήγηση οικονομικών επιδοτήσεων, με στόχο την προστασία των μισθωτών από τις επιπτώσεις των υποτιμητικών πιέσεων πάνω στη νέα δραχμή. Οι κυριότερες τράπεζες θα έπρεπε να εθνικοποιηθούν εκ νέου.
Εννοείται ότι η νέα αυτή πολιτική οικονομία δεν αναφέρεται στην αυτάρκεια. Αλλά η σύνδεση της χώρας με μια διεθνή οικονομία οφείλει να γίνεται στη βάση μιας εσωτερικής οικονομικής ανάπτυξης που υπηρετεί τις ανάγκες των λαϊκών τάξεων της Ελλάδας στους τομείς της διατροφής, της στέγασης, της υγείας, της παιδείας και του πολιτισμού, και όχι την ένταξή της στον παγκοσμιοποιημένο καταμερισμό εργασίας που λειτουργεί για την παραγωγή διαρκών αγαθών για τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές αγορές και για τους πελάτες και οφειλέτες τους στην (κοινωνική και γεωγραφική) περιφέρειά τους. Η αμυντική πολιτική της άμεσης στάσης πληρωμών και της εξόδου από την ευρωζώνη θα μπορούσε νʼ αποτελέσει ένα πρώτο βήμα για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας σε μια τέτοια κατεύθυνση, με την προϋπόθεση πως θα την εφάρμοζε τουλάχιστον μια κυβέρνηση αδύναμη απέναντι στη μισθωτή εργασία και στις λαϊκές τάξεις και ισχυρή απέναντι στις τωρινές κυρίαρχες κοινωνικές δυνάμεις.
Το τίμημα και τα κέρδη
Όμως αν η Αριστερά υιοθετούσε αυτή την κατεύθυνση θα όφειλε να εξηγήσει ξεκάθαρα στην κοινωνία πως και αυτή θα είχε το τίμημά της. Έτσι, σε ένα πρώτο διάστημα θα υπήρχαν πράγματι δυσκολίες στην καταβολή των μισθών του δημοσίου και στη λειτουργία του ίδιου του κρατικού μηχανισμού, οι οποίες θα υποχωρούσαν σταδιακά, αφού το αβάσταχτο φορτίο των δισεκατομμυρίων που εκταμιεύονται για να εξυπηρετηθεί το εξωτερικό χρέος θα έπαυε να συνθλίβει τα δημοσιονομικά του κράτους και την κοινωνία. Η χώρα θα αντιμετώπιζε μια τέτοια επίθεση από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης και από πολλές δυτικές κυβερνήσεις, που μπροστά της η δυσφημιστική εκστρατεία που έχει ήδη προηγηθεί θα ήταν παιχνιδάκι. Η ελληνική κοινωνία και η Αριστερά θα έπρεπε να είναι έτοιμες να αντιμετωπίσουν ακόμη και σοβαρή ένταση των προκλήσεων από την Τουρκία, η οποία θα έβρισκε ίσως ευκαιρία να πιέσει για την αποδοχή των πάγιων θέσεών της μέσα σε συνθήκες αποδοκιμασίας της Ελλάδας από τη Δύση. Αλλά η κοινωνική και πολιτική συμμαχία που θα έκανε αυτό τον αγώνα θα ανακτούσε τα προ της επιβολής των μέτρων δικαιώματα των μισθωτών εργαζομένων και θα έτεινε να σφυρηλατήσει μια κοινωνική αλληλεγγύη και ένα ηθικό, που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την αναμόρφωση της χώρας. Βεβαίως, υπάρχει η ανάγκη μιας πολιτικής εκστρατείας υπέρ της διεξαγωγής δημοψηφίσματος για την απόρριψη των μέτρων λιτότητας, για να δημιουργηθεί το κατάλληλο κλίμα μέσα στο οποίο η προτεινόμενη λύση θα μπορέσει να γίνει αποδεκτή από μια κοινωνική πλειοψηφία και στη συνέχεια από μια εχθρική προς αυτήν πολιτική εξουσία.
Η Αριστερά επισημαίνει σωστά ότι χρειάζεται νʼ ακολουθήσει μια μακρά περίοδος κοινωνικών αγώνων για να ανατραπούν το κλίμα φόβου και απογοήτευσης που έχει δημιουργηθεί, για να αποτραπεί το ενδεχόμενο διόγκωσης των ρατσιστικών τάσεων και της ανομίας και για να επιβληθούν λύσεις κοινωνικής ανάταξης και αλληλεγγύης. Γενικότερα, μαζί με την άμεση κοινωνική και πολιτική κινητοποίηση που οφείλει να συνοδεύει μια πρόταση παύσης πληρωμών και εξόδου από το ευρώ, θα πρέπει να διεξαχθεί και ένας μακρόχρονος «πόλεμος θέσεων» για την ενδυνάμωση και την ολοκλήρωση της κατακερματισμένης κοινωνίας των πολιτών. Η αναφορά σε αυτόν τον όρο δεν παραπέμπει εδώ στις «μη κυβερνητικές οργανώσεις» αλλά στη συστηματική οικοδόμηση μόνιμων κοινωνικών θεσμών αλληλεγγύης, σε τοπικό και εθνικό επίπεδο, που έχουν και οικονομική διάσταση μα και πολιτισμικές συνέπειες, και αποτελούν τον πυλώνα μιας μακροπρόθεσμης αναμόρφωσης της πολιτικής εξουσίας από τα κάτω.
* Ο Θανάσης Ν. Μποχώτης είναι δρ. Ιστορίας
Σημείωση
1. Τ. Φωτόπουλος, Ελευθεροτυπία 27.2.2010• Δ. Καζάκης, Η Αυγή 7.3.2010 και Ποντίκι, 25.3.2010. O Σπ. Μαρκέτος υποστήριξε πειστικά τόσο την αδυναμία αποφυγής της χρεοκοπίας όσο και την οικονομική και πολιτική ανάγκη της άμεσης μονομερούς στάσης πληρωμών από την Ελλάδα: Δρόμος 13-3-2010, Το Βήμα 21.2.2010, Η Αυγή 9.4.2009. Την αντίθεσή του και προς τα δυο σκέλη της πρότασης εξέφρασε ο Γ. Σταθάκης. Ο ίδιος επιχειρηματολόγησε ότι «η ελληνική οικονομία δεν θα χρεοκοπήσει», κρίνοντας πάντως προηγουμένως ότι τίθεται «ως κατεπείγον το θέμα της αναχρηματοδότησης και χρονικής επέκτασης της εξόφλησης του χρέους»: Η Αυγή, 14.3.2010.
Τι θα πρέπει να γνωρίζετε αν η Ελλάδα κηρύξει στάση πληρωμών και πώς να προστατεύσετε το κεφάλαιο σας
22/03/10 - 08:18
• Εκτύπωση
• E-mail
Το ενδεχόμενο η Ελλάδα να κηρύξει στάση πληρωμών είναι περίπου μηδενικό ωστόσο μια στο δισεκατομμύριο που συμβεί αυτό θα ήταν σκόπιμο να γνωρίζουμε κάποιες παραμέτρους. Με την παραδοχή της υπόθεσης … αν η Ελλάδα χρεοκοπήσει και συμβεί δηλαδή το μοιραίο τότε θα συμβούν
Οι 3 επώδυνες εκδοχές για τα ομόλογα
Η Ελλάδα με την στάση πληρωμών θα δηλώσει στους δανειστές της ότι αδυνατεί να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις της.
Σε μια τέτοια περίπτωση τρεις εκδοχές μπορεί να υπάρξουν ή να ζητήσει η Ελλάδα χρονική μετάθεση για την αποπληρωμή των κουπονιών και των τόκων των ομολόγων ή να εκδώσει ομόλογα ανανεώνοντας τα υφιστάμενα ομόλογα που λήγουν δηλαδή να μην δώσει ρευστό αλλά ομόλογα στους ομολογιούχους παρατείνοντας τον χρόνο αποπληρωμής ή να δηλώσει ότι ζητά επαναδιαπραγμάτευση του χρέους και να μειωθούν οι υποχρεώσεις από 25% έως 50%.
Το τρίτο σενάριο είναι και το πλέον καταστροφικό για τους δανειστές και δανειστές είναι οι ξένοι που έχουν αγοράσει 250 δις ελληνικά ομόλογα , οι ελληνικές τράπεζες που ελέγχουν 48 δις ευρώ ελληνικά ομόλογα , τα ασφαλιστικά ταμεία και βεβαίως τα φυσικά πρόσωπα.
Αν επιλεγεί η τρίτη εκδοχή και κάποιος έχει επενδύσει 100.000 ευρώ σε ελληνικά ομόλογα το κράτος θα του επιστρέψει 75.000 ή 50.000 ευρώ.
Το spread ανεξαρτήτως ποιας εκδοχής τελικά θα επέλεγε το κράτος θα εκτοξευόταν καθώς στις 325 μονάδες βάσης που βρίσκεται την τρέχουσα περίοδο δεν προεξοφλεί default της χώρας. Στις 500 μονάδες βάσης το spread αρχίζει να αποτυπώνει την στάση πληρωμών.
Μερική δέσμευση καταθέσεων
Αν υπάρξει στάση πληρωμών για να προστατευθούν οι καταθέσεις και κυρίως για να προστατευθεί το τραπεζικό σύστημα από κατάρρευση λόγω μαζικής εκροής καταθέσεων ή υπεραναλήψεων , για κάποιο διάστημα εβδομάδων ή μηνών θα υπάρξει μερική δέσμευση καταθέσεων με ημερήσιο όριο ανάληψης μετρητών προφανώς πολύ χαμηλότερο από το τρέχον ίσως και 4 με 5 φορές χαμηλότερο.
Μεγάλη διολίσθηση του ευρώ
Το ευρώ ως εθνικό νόμισμα της Ελλάδος θα κατακρημνιστεί έναντι του δολαρίου, γεν και ελβετικού φράγκου καθώς θα υπάρξει εκροή κεφαλαίων από την Ευρώπη. Οι επενδυτές θα φοβηθούν απλά λόγω συστημικού ρίσκου και λόγω της εκροής καταθέσεων θα οδηγήσουν το ευρώ έναντι του δολαρίου κάτω από τα 1,30 ίσως και πέριξ του 1,20 δολάρια ανά ευρώ.
Θα καταρρεύσει το χρηματιστήριο
Το χρηματιστήριο σε μια στάση πληρωμών θα καταρρεύσει και όταν λέμε καταρρεύσει κυριολεκτούμε. Πιθανώς να αποφασισθεί να κλείσει για ορισμένο διάστημα , έχει επαναληφθεί αυτό το φαινόμενο και σε άλλες χώρες.
Η σχέση χρηματιστηρίου με default χώρας είναι μια σχέση 1.000.000.000% καταστροφική.
Πως μπορείτε να προστατευθείτε
Αν στην υποθετική και μόνο περίπτωση που συμβεί το μοιραίο πως θα μπορούσατε να προστατέψετε το κεφάλαιο σας.
Αν συμβεί εν συνεχεία όλοι θα χάσουν αυτό είναι δεδομένο και προστασία κεφαλαίου δεν μπορεί να υπάρξει μετά το μοιραίο.
Προ της χρεοκοπίας μπορούν να ληφθούν μέτρα προστασίας ποια είναι αυτά
Α)Να μεταφερθούν κεφάλαια στο εξωτερικό ή σε άλλη χώρα του ευρώ ή σε θυγατρική ελληνικής τράπεζας στο εξωτερικό εκεί οι καταθέσεις δεν επηρεάζονται.
Επιλογή θα ήταν και είναι και η Κύπρος βρίσκεται στην ζώνη του ευρώ αλλά προσοχή όχι στα υποκαταστήματα των κυπριακών τραπεζών που υπόκεινται στο ελληνικό δίκαιο , αν υπάρξει στάση πληρωμών θα είναι ελληνικό άδικο και όχι ελληνικό δίκαιο αλλά στην έδρα την κυπριακών τραπεζών στην Κύπρο.
Να μεταφέρετε τα χρήματα σας στο εξωτερικό νόμισμα εκτός της ζώνης του ευρώ σε ελβετικό φράγκο ή σε δολάρια που θα καρπωθούν οφέλη λόγω του default της Ελλάδος.
Β)Να μεταφέρετε τα χρήματα σας στο σπίτι , όμως υπάρξουν τα εξής ρίσκα ποια θα είναι η πραγματική αξία των χρημάτων σας μετά το default σε αυτό ουδείς μπορεί να απαντήσει.
Αν τα μεταφέρετε στο σπίτι κινδυνεύετε από ληστεία , από τον σκόρο και από σπάταλη οικογένεια αν δεν έχει συνετισθεί με όλα αυτά που θα συμβούν.
Γ)Να αγοράσετε χρυσό είναι μια λύση και στην περίπτωση του default ο χρυσός δεν θα χάσει την αξία του τουναντίον θα την αυξήσει καθώς θα λειτουργήσει ως επενδυτικό καταφύγιο.
Μόνο να προσέξετε τις ράβδους χρυσού μην τις τοποθετήσετε μαζί με βασιλικό ύδωρ καθώς είναι το μόνο που διαβρώνει τον χρυσό.
Μια διευκρίνιση μια ουγγιά ισούται με 31,1 γραμμάρια τα οποία και θα πληρώσετε με 1060 δολάρια.
Δηλαδή 1 κιλό χρυσός ισούται με 32,1 ουγγιές και κοστίζει 34 χιλ δολάρια.
Προφανώς υπάρχουν και άλλες λύσεις να επενδύσετε τα χρήματα σας στις αγορές ακινήτων με μακροπρόθεσμο ορίζοντα καθώς και τα ακίνητα θα επηρεαστούν ή να τα μετακομίσετε στο εξωτερικό μαζί με τα χρήματα σας.
Όλα αυτά όμως αποτελούν επιλογές σε μια υπόθεση η Ελλάδα δεν θα χρεοκοπήσει και έτσι δεν θα χρειασθεί να κάνε τίποτε από όλα αυτά. Αν τα έχετε ήδη κάνει το μέλλον θα δείξει αν πράξατε σωστά.
Η άποψη μας είναι ότι δεν θα υπάρξει default στην Ελλάδα.
Πέτρος Λεωτσάκος
news@bankingnews.gr
ΜΟΝΗ ΛΥΣΗ, Η ΣΤΑΣΗ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ
Σ. Κούλογλου
04:26 - Τετ 07/04/2010, SteliosKouloglou
[ - ] Μέγεθος [ + ]
Η χθεσινή εκτίναξη των επιτοκίων δανεισμού σε ύψη που δεν έχουν ιστορικό προηγούμενο, προδιαγράφουν μια παταγώδη αποτυχία της κυβέρνησης και της πολιτικής που ακολούθησε μέχρι σήμερα, της Ευρωπαικής Ενωσης αλλά και της Ελλάδας ολόκληρης.
Τις προηγούμενες εβδομάδες σύσσωμη η κυβερνητική μηχανή δούλεψε για να αποσπάσει την υποστήριξη της ΕΕ προς την Ελλάδα, αυτό το περίφημο πιστόλι που θα βρισκόταν πάνω στο τραπέζι, έστω κι αν δεν χρησιμοποιείτο ποτέ. Αποδεικνύεται τελικώς ότι παρά τις κυβερνητικές θριαμβολογίες, το όπλο ήταν άσφαιρο-καλύτερα δεν υπήρξε ποτέ: οι περίφημες αγορές αγνόησαν επιδεικτικά την τελική απόφαση της Συνόδου Κορυφής ήδη από την πρώτη μέρα, γεγονός που αποτελεί κόλαφο για την μια Ευρώπη που μόλις δέκα χρόνια πριν φιλοδοξούσε να αποτελέσει την νέα οικονομική και πολιτική δύναμη του πλανήτη.
Για την Ελλάδα που καλείται πλέον να δανειστεί με τοκογλυφικά επιτόκια , το αξιέξοδο είναι πλήρες. Κάθε νέο δάνειο που μοιάζει απαραίτητο για να πληρωθούν οι τρέχουσες ανάγκες, υποθηκεύει ακόμη περισσότερο την χώρα και τους ανθρώπους της. Οι λύσεις που διαφαίνονται είναι μετρημένες στα δάχτυλα: είτε η Αθήνα θα ξεκινήσει διαδικασίες ενεργοποίησης του έκτακτου μηχανισμού βοήθειας, που αποφασίστηκε πρόσφατα στις Βρυξέλλες. Αλλά ακόμη και αν ο πολύ ασαφής μηχανισμός τελικά λειτουργήσει, η ενεργοποίηση του ισοδυναμεί ουσιαστικά με ομολογία ανικανότητας και χρωκοπίας , που μεσοπρόθεσμα θα φέρει την Ελλάδα σε ακόμη πιο δυσχερή θέση. Η, δεύτερο σενάριο, η κυβέρνηση θα αναγκαστεί να προσφύγει για φθηνότερο δάνειο κατευθείαν στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το πολιτικό κόστος θα ήταν μεγάλο για την κυβέρνηση και, το σημαντικότερο, οι χώρες που έμπλεξαν τα προηγούμενα χρόνια με το ΔΝΤ το έχουν πληρώσει πολύ ακριβά.
Για την απόδραση από τον φαύλο κύκλο υπερχρέωση-νέος δανεισμός για την ικανοποίηση των χρεών-περισσότερη υπερχρέωση, η στάση πληρωμής του εξωτερικού χρέους διαμορφώνεται σταδιακά ως η μοναδική λύση. Η Ελλάδα πρέπει να ζητήσει επαναδιαπραγμάτευση του χρέους της και για να βοηθηθεί για αυτό έχει ένα πολύ ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί στα χέρια της σε ευρωπαικό επίπεδο: αν απειλήσει ότι θα πτωχεύσει ή και πτωχεύσει πραγματικά,όλοκληρη η ΕΕ κινδυνεύει να διαλυθεί. Αν η ΕΕ αρνηθεί να βοηθήσει, με πραγματικά όπλα και όχι με νεροπίστολα, η κυβέρνηση πρέπει μόνη της να καλέσει τους δανειστές της χώρας για επαναδιαπραγμάτευση του χρέους και θα είναι υποχρεωμένη να αποχωρήσει -προσωρινά τουλάχιστον-από την ζώνη του ευρώ, ώστε να μπορέσει να διαμορφώσει κάποιους όρους ανταγωνιστικότητας και ανάπτυξης για την καρκινοβατούσα οικονομία της.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μια τέτοια κίνηση εμπεριέχει μεγάλους κινδύνους, από την κατάρρευση της ευρωζώνης μέχρι ένα πολιτικό και οικονομικό χάος, ανάλογο με της Αργεντινής εννέα χρόνια πριν. Αλλά για την κατάρρευση της ευρωζώνης ευθύνεται ο γερμανικός εγωισμός και οι μικροπολιτικοί υπολογισμοί της Μέρκελ πολύ περισσότερο από την Ελλάδα. Οσο για τον κίνδυνο πολιτικού και οικονομικού χάους αυτός ήδη διαφαίνεται στον ορίζοντα , ως μοιραία εξέλιξη. Τουλάχιστον στην περίπτωση της στάσης πληρωμής θα αποτελεί μια από τις πιθανότητες ενός σενάριου το οποίο η χώρα θα έχει συνειδητά επιλέξει και του οποίου ίσως τελικώς καταφέρει να ελέγξει τις σοβαρές συνέπειες.
Διαβάστε επίσης:
Mόνη λύση σήμεραη-αναστολή πληρωμών,του Σπύρου Μαρκέτου
Δείτε:
Κινδυνολογία γύρω από τις επιπτώσεις μιας στάσης πληρωμών
Πτώχευση μιας επιχείρησης:
α) Πτώχευση και παύση εργασιών
β) Πτώχευση, συνέχιση εργασιών και επαναπροσδιορισμός του χρέους (να εξεταστούν οι δόσεις, να χαριστεί ένα μέρος του χρέους, κτλ.)
Δεν μπορεί να πλήρώσει τα χρέη της, γίνονται κατασχέσεις, όμορφες διαδικασίες.
Στην περίπτωση μιας χώρας, ουσιαστικά αυτή κυρήττει πτώχευση, με την έννοια ότι δεν μπορεί να πληρώνει πλέον τα χρέη της. Δε γίνεται καμιά κατάσχεση φυσικά, και η χώρα συνεχίζει να υφίσταται.
Πρώτη και κυριότερη συνέπεια είναι η παύση δανεισμού.
Δεύτερο είναι ότι παύουν οι επενδύσεις.
Τρίτο είναι ο επαναπροσδιορισμός του χρέους, με πιθανότητες σμίκρυνσης του ή/και καλύτερων δόσεων.
Τέταρτο και σημαντικότερο, ίσως: η έλλειψη εμπιστοσύνης προς τη χώρα που κυρήττει πτώχευση.
Για τους πολίτες μιας χώρας:
1) Κρίση στις τράπεζες, γιατί χάνουν από την πίστωση προς το κράτος, και πρέπει να κάνουν απόσβεση. Ξεχνάμε φυσικά δάνεια κτλ.
2) Κρίση στην οικονομία γενικότερα, αφού θα σταματήσουν οι επενδύσεις και θα μειωθεί η ζήτηση από εγχώριους και ξένους επενδυτές.
3) Άμεση συνέπεια του (2): Κατακόρυφη αύξηση του ποσοστού ανεργίας σε δυσθεώρητα ύψη και
4) σημαντική μείωση των των κρατικών υπηρεσιών και παροχών. (για παράδειγμα: επιδόματα, συντάξεις, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη).
Όταν μια χώρα χρεωκοπεί παραδέχεται στην ουσία διεθνώς ότι αδυνατεί να αποπληρώσει τα ληξιπρόθεσμα χρέη της.
Με την πτώχευση αυτή επιβαρύνει όλους όσους συνδέονται οικονομικά με αυτή, από τους δανειστές της μέχρι τους ίδιους τους πολίτες της. Οι δανειστές της όπως και στην πτώχευση εταιριών χάνουν ένα μεγάλο μέρος αυτών που έχουν δανείσει, τους τόκους εννοείται και αν το χρέος είναι μεγάλο χάνουν ολόκληρο το κεφάλαιο. Επειδή όμως πρόκειται για μεγαλύτερο οργανισμό από μια επιχείρηση που μπορεί να έχει δανειστές από ιδιώτες μέχρι χώρες, η αποπληρωμή μπορεί να γίνει και σε μέρος των χρεών ή μερικοί να έχουν διαφορετική προτεραιότητα εξυπηρέτησης (πχ πρώτα οι χώρες και μετά οι ιδιώτες επενδυτές.)
Φυσικό επακόλουθο είναι το κράτος να ξεκινάει έτσι από μηδενική βάση. Χρωστάει ελάχιστα σε σχέση με αυτά που χρωστούσε οπότε έχει μεγαλύτερες ελπίδες να ανακάμψει αφού δεν έχει και τους τόκους να του μεγαλώνουν διαρκώς το χρέος. Κάτι τέτοιο όμως κλονίζει την αξιοπιστία του στις διεθνείς αγορές και ο δανεισμός είναι από πολύ έως εξωφρενικά δύσκολος με πολύ ασύμφορα επιτόκια.
Όπως είπε και ο sugata η πρώτη χειροπιαστή συνέπεια είναι η τραπεζική κρίση. Κι αφού οι τράπεζες είναι ο πυλώνας της οικονομίας ακολουθούν όλα τα υπόλοιπα. Δύσκολος δανεισμός --> μείωση χρηματικών διαθεσίμων --> δυσκολία πληρωμών --> μείωση ζήτησης --> μείωση παραγωγής --> υψηλή ανεργία. Γενικά όπως ήταν οι χώρες τώρα με την κρίση, απλά πιο τοπικό και πιο έντονο το φαινόμενο.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα πτώχευσης το αναφέρει ο Krugman σε ένα βιβλίο του και είναι της Αργεντινής όπου το 2001 όλοι σταμάτησαν να την δανείζουν για τον ίδιο λόγο. Μπάχαλο. Επιτρεπόταν η ανάληψη μόλις 300 δολλαρίων/εβδομάδα και όσοι είχαν καταθέσεις δεν μπορούσαν να τραβήξουν τα χρήματα τους. Η συνέχεια γνωστή, απεργίες, βίαιη εξέγερση, λαός στους δρόμους, εταιρίες πήγαν για φούντο και η ανεργία σε ιλιγγιώδη επίπεδα. Έχει βγει και ένα παρόμοιο ντοκυμαντέρ αλλά ο τίτλος του αυτή την στιγμή μου διαφεύγει. Νομίζω ότι το πιο σύγχρονο παράδειγμα χρεωκοπίας αν και όχι με την πλήρη έννοια του όρου είναι η Ιρλανδία και μόλις πριν από λίγες μέρες δυσκολία στην αποπληρωμή χρεών ομολόγησε και το Dubai.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου